Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα, άλλωστε η αλήθεια είναι τόσο σπάνια, που είναι υπέροχο να τη λες.
Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009
Αισθήματα
Με ανεβάζει ψηλά, όμως συγχρόνως μπορεί να με διαλύσει, να πιάσω πάτο.
Πολύ ευαίσθητος? ή πολύ αληθινός?
Ότι και εάν είμαι, είμαι! δεν παίζω με τις λέξεις, ούτε με τα αισθήματα.
Με άφησες. Δε σκέφτηκες πως θα αισθανθώ, τι θα νιώσω, μακριά σου, τον πόνο, πόσο πόνο! Αλήθεια μπορείς να πάρεις ένα μαχαίρι και να κόψεις το χέρι σου στα 2, μπορείς να αυτό τραυματιστείς? Γιατί αυτό κάνεις και δε το συνειδητοποιείς.
Είχες και έχεις ευκαιρία, όμως δε κάνεις τίποτε για αυτό. για λόγους σημαντικούς, έτσι λες. σημαντικούς, σημαντικός ο ένας λόγος, σημαντικός ο άλλος λόγος, αμέτρητοι λόγοι και όλοι πολύ σημαντικοί! Κάθομαι και σε ακούω, είμαι εδώ τώρα μπροστά σου, υπάρχω στην ζωή σου το έχεις συνειδητοποιήσει? Ξέρεις ποιος είμαι? Είμαι το άλλο σου μισό. Το ξέρεις, αφού το νιώθεις, είσαι ερωτευμένη. Και όμως κάθομαι δίπλα σου και σε καθοδηγώ σου δείχνω το δρόμο, για την ευτυχία, για την αγάπη. Εσύ όμως πρέπει να τον περπατήσεις.
Όμως ξεχνάς γιατί ήρθες σε αυτή τη γη!
Ξεχνάς τι αναζητάει όλο σου το είναι!
Ξεχνάς το πρωταρχικό λόγο ύπαρξης σου!
Ξεχνάς ότι με αναζητούσες, με αναζητάς και θα με αναζητάς για όλη σου τη ζωή.
Είμαι το άλλο σου μισό!
Και όμως με έχεις εδω, τώρα και δε κάνεις τίποτε, για λόγους σημαντικούς.
Αναποφασιστικότητα, ανασφάλεια, υποχρέωση, έλλειψη αυτοπεποίθησης δε ξέρω ποια είναι τα αίτια του λάθους σου να απομακρύνεσαι από μένα. Ακούς τους άλλους, τους σημαντικούς. Όμως ξεχνάς ότι το πιο σημαντικό στη γη είσαι Εσύ και τώρα που με βρήκες και Εγώ. Ναι όλοι αυτοί είναι σημαντικοί για σένα, ποτέ δεν είπα το αντίθετο. Εσύ και τα θέλω σου όμως είναι σημαντικότερα!
Ακούγοντας τους άλλους και όχι εσένα, απομακρύνεσαι από μένα. Όμως είναι λάθος σου και τα λάθη πληρώνονται. Πληρώνονται με μοναξιά, με λάθος επιλογές, με δυστυχία, με πόνο, με συμβιβασμούς, άσε μην πω άλλα. Όταν το μετανιώσεις, ίσως είναι αργά. Ξέρεις μεταξύ μας ποτέ δεν είναι αργά ακόμα και όταν είμαστε 89 χρονών! μπορούμε να είμαστε μαζί, αυτά πιστεύω. Εδώ ο κόσμος είναι γεμάτος άγνοια,, ανοησία, τα κολλήματα του είναι γελοία πολλές φορές, όμως υπάρχουν.
Μα δε καταλαβαίνεις ότι πάντα θα υπάρχουν ανόητοι με κολλήματα αγνοώντας και τα δικά τους θέλω, τον δικό τους στόχο, την δική τους ευτυχία. Όλοι αυτοί δεν είναι ευτυχισμένοι. Όμως έχουν άποψη για την ευτυχία. Ξέρουν για την ευτυχία. Ξέρουν το δρόμο πως να πάνε εκεί. Τι ηλίθιοι! αφού ξέρουν γιατί δεν πάνε οι ίδιοι?
Αφού ξέρουν γιατί είναι δυστυχισμένοι? Αφού ξέρουν γιατί σε απομακρύνουν από μένα με ανόητες προφάσεις και γενικεύσεις που καμία λογική δεν έχουν. Επειδή μια γυναίκα αποφάσισε ή η ζωή της την έκανε, να βγει στον δρόμο και να βγάζει χρήματα με το να πουλά τον ερώτα της, είστε όλες οι γυναίκες πουτάνες? Έλεος!
Αυτό δεν είναι λογικό. Κάτι μεμονωμένο δε είναι αυτόματα και γενικό. Το ποιο πιθανό είναι στο μάθημα στο σχολειό που αφορούσε την λογική, όλοι αυτοί να είχαν κάνει κοπανά. χαχαχαχα ναι γελώ γιατί είναι αστείο. είναι γελοίο! Ναι, είναι γελοίοι όλοι αυτοί που σκέφτονται έτσι!
Δε καταλαβαίνω, συγγνώμη όταν κάποιος δεν είναι ευτυχισμένος πως μπορεί να σου δείξει τον δρόμο προς την ευτυχία σου. Πως ένας τυφλός μπορεί να σου δείξει το δρόμο?
Εάν είσαι ευτυχισμένος, πραγματικά είσαι, τότε όλα αλλάζουν. Μπορείς να ζεις και να είσαι αλλιώς, να βλέπεις αλλιώς τη ζωή με άλλο μάτι, μόνο όταν είσαι ευτυχισμένος αληθινά, όταν φύγεις από το εγώ σου. Τότε μπορεί να καταλάβεις, πόσο σημαντικό είναι οι διπλά σου να είναι το ίδιο με εσένα και καλυτέρα, πραγματικά ευτυχισμένοι. αυτά είναι επόμενα σταδία εξέλιξης, κάποιοι από εμάς ίσως ποτέ δε τα κατακτήσουν. Όλοι όμως ξέρουν πως να πας στην ευτυχία σου!
Λυπάμαι, που θα σου τη χαλάσω, άλλα ο μόνος δρόμος για να βρεις την ευτυχία σου είναι ένας. Να ακούσεις την καρδία σου! Και ξέρεις, να είμαστε μαζί.
Στην αρχή υπάρχεις, συνειδητοποιείς την ύπαρξη σου, νιώθεις την έλλειψη μου, το άλλο σου μισό, ακριβώς όπως και εγώ, ακριβώς όπως και όλοι μας. Με αναζητάς για χρόνια. Αν έχεις την τύχη (έτσι το αποκαλούν κάποιοι), εάν έχεις τον στόχο σου πάντοτε μπροστά στα μάτια σου και συνεχίζεις ασταμάτητα να με αναζητάς, θα με βρεις. Με βρήκες, όμως δεν τελειώσαμε ακόμα. Τώρα χρειάζεσαι να ζήσεις αυτό που πάντα ονειρευόσουν. τωρα ζούμε μαζί σαν ένα ολόκληρο και όχι 2 μισά. Τώρα ζούμε.
Αισθάνομαι πάλι μισός χωρίς εσένα.
Σε ευχαριστώ που σε γνώρισα, σε ευχαριστώ που υπάρχεις!
Όλοι εκείνοι που σε συμβούλεψαν, στο ποιο είναι το καλύτερο για σένα, τους εύχομαι από καρδίας να βρουν την ευτυχία κάποτε, εγώ την βρήκα, έστω για λίγο μαζί σου. Ελπίζω να αλλάξουν μυαλά για να το πετύχουν. διότι αλλιώς εκεί στα ιδία θα μείνουν δυστυχισμένοι αδαείς, να παίζουν με τις ζωές των άλλων. Και εσύ επιλέγοντας αυτό το δρόμο κάνεις το ίδιο.
Δεν πρόκειται να κάνω κάτι που δεν θέλεις και το ξέρεις καλά, είμαι το άλλο σου μισό.
Σε αγαπώ σημαίνει είσαι ελεύθερη να με επιλεγείς κάθε μέρα ή όχι.
Είναι εύκολο να λες όχι, γιατί στο ναι πρέπει να πολεμήσεις για τα πιστεύω σου.
Και δε σε βλέπω ορεξάτη για να πολεμήσεις για το άλλο σου μισό, μπορεί να πιστεύεις ότι ακόμα έχεις χρόνο και θα το κάνεις αργότερα. Να θυμάσαι πάντα ότι χρόνος μας σε αυτή τη γη είναι δανεικός, είναι λίγος, είναι ένα δώρο, ας μην τον σπαταλάμε έτσι.
Δεν είμαι εδω να προσβάλω κανένα και ας με προσβάλουν. Δεν είμαι εδω για να κρίνω κανένα και ας με κρίνουν. Δεν είμαι εδώ για να κάνω μαθήματα σε κανένα και ας μου κάνουν. Απλά σου δείχνω τι νιώθω, το ποιος είμαι και το τι πιστεύω, αυτή είναι η αλήθεια.
Αυτά πιστεύω, αυτά λέω, δεν τα επιβάλλω. Εσύ επιλεγείς. Κριτής μου είναι ο χρόνος και ο Δημιουργός μου. Με προκαλώ κάθε μέρα να είμαι και όχι να φαίνομαι. Κάθε μέρα αλλάζω είμαι καλύτερος.
Σου εύχομαι να βρεις, όταν θα αποφασίσεις να πολεμήσεις με όλους για τα θέλω σου, καλύτερο μου.
Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009
Η Ζωή είναι ωραία!
Πρόσεχε τις σκέψεις σου: γίνονται λέξεις.
Πρόσεχε τις λέξεις σου: γίνονται έργα.
Πρόσεχε τα έργα σου: γίνονται συνήθειες.
Πρόσεχε τις συνήθειες σου: γίνονται χαρακτήρας.
Πρόσεχε το χαρακτήρα σου: γίνεται πεπρωμένο...
Μπορείς να αγοράσεις ένα σπίτι, ......αλλά όχι την εστία.
Μπορείς να αγοράσεις ένα κρεβάτι, ....αλλά όχι τον ύπνο.
Μπορείς να αγοράσεις ένα ρολόι, ......αλλά όχι το χρόνο.
Μπορείς να αγοράσεις ένα βιβλίο, .....αλλά όχι την γνώση.
Μπορείς να αγοράσεις μια θέση, ...... αλλά όχι το σεβασμό.
Μπορείς να αγοράσεις τον γιατρό, .....αλλά όχι την υγεία.
Μπορείς να αγοράσεις την ψυχή, ..... .αλλά όχι την ζωή.
Μπορείς να αγοράσεις το σεξ, ........ αλλά όχι την αγάπη.
Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν και είναι ανεκτίμητα. Τα ωραιότερα πράματα στη ζωή δεν είναι καν πράγματα ... ;)
ΕΙ ... ΝΑ ΕΙΣΑΙ
Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009
«Το πολύτιμο πετράδι [Μια παραβολή για τη θλίψη στη ζωή μας]»
Τότε εσκέφθην και είπα μέσα μου, “κύτταξε, κάθε πλευρά θα πη και μια κοψιά, με σκληρό εργαλείο, έπειτα λείανσις, κατεργασία στον τροχό, λουστράρισμα κ.λπ. Αν είχε στόμα τώρα η πέτρα αυτή θα μο έλεγε: ‘Να’ξερες τι υπέφερα για να φθάσω σ’αυτή τη θέση!! 80 κοψιές, τροχοί, βάσανα!!’. Ναι, αλλά τώρα όλα αυτά πέρασαν, θα της έλεγα και σου μένει αυτή η αναφαίρετη λάμψη και ωραιότης”.
Έτσι είναι και με τα βάσανα και τας δοκιμασίας των πιστών. Είναι “προς το συμφέρον, εις το μεταλαβείν τη αγιότητος Αυτού”, διά να λάμπωμεν αιωνίως εν τη δόξη του Πατρός»
[Από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Κούρκουλα “500 πετράδια” Αθήναι]
Υ.Γ. (κοινό υστερόγραφο για όλες τις σημερινές αναρτήσεις μου στα 4 ιστολόγιά μου): Το θέμα “Πόνος, θλίψη κ.λπ.” απασχολεί σήμερα όλα μου τα ιστολόγια. Συγκεκριμένα:
α) Στο αρχικό - βασικό μου ιστολόγιο, το “Seagull”, ανάρτησα ένα σημερινό (“πουρνό –πουρνό”…) κείμενό μου, με τίτλο “Πόνος, μόχθος, κόπος… Δάκρυ και Ιδρώτας…”, εδώ: http://seagullstefanos.blogspot.com/2009/01/blog-post_29.html
β) Στο “Σπουργίτι” μου ανάρτησα ένα αρκετά παλιό κείμενό μου, για “τον Πόνο και το Κλάμα”, εδώ: http://spourgitistefanos.blogspot.com/2009/01/blog-post_29.html
γ) Στο “Eagle” μου ανάρτησα μια παραβολή για τη θλίψη στη ζωή μας, με τίτλο “Το πολύτιμο πετράδι”, από ένα παλαιό βιβλίο του Κωνσταντίνου Κούρκουλα με τίτλο “500 πετράδια”, εδώ: http://eaglestefanos.blogspot.com/2009/01/blog-post_29.html
δ) Και, τέλος, στην “Κλέφτρα Κίσσα”, σήμερα ανάρτησα το “Πόνος” από το blog “Aqua” [εδώ: http://kleftrakissa.blogspot.com/2009/01/blog-aqua.html] και χθες ένα άλλο κείμενο, με τίτλο “Κουβεντιάζοντας με τον πόνο” από το blog “Lockheart” του e-φίλου Σπύρου [εδώ: http://kleftrakissa.blogspot.com/2009/01/blog-lockheart_28.html]
Το δίδαγμα μιας πεταλούδας
Μια ημέρα, ένα μικρό άνοιγμα εμφανίστηκε σε ένα κουκούλι. Ένας άντρας κάθισε και παρακολουθούσε την πεταλούδα για ώρες καθώς πάλευε για να περάσει το σώμα της μέσα από την μικρή οπή. Τότε, φάνηκε σαν να είχε σταματήσει κάθε προσπάθεια. Έμοιαζε σαν να είχε προχωρήσει όσο μπορούσε και να μην μπορούσε να πάει παραπέρα. Τότε ο άντρας αποφάσισε να βοηθήσει την πεταλούδα, πήρε ένα ψαλίδι και άνοιξε το κουκούλι. Η πεταλούδα τότε ξεπρόβαλε εύκολα. Αλλά είχε ένα μαραμένο σώμα και ζαρωμένα φτερά. Ο άντρας συνέχισε να παρακολουθεί γιατί περίμενε, από στιγμή σε στιγμή, ότι τα φτερά θα άνοιγαν, θα μεγάλωναν και θα επεκτείνονταν, ότι θα ήταν ικανά να στηρίξουν το σώμα της πεταλούδας και ότι θα γίνονταν γερά. Η πεταλούδα πέρασε την υπόλοιπη ζωή της περιφερόμενη αργά και δύσκολα με το σώμα της μαραμένο και τα φτερά της ζαρωμένα. Ποτέ δεν μπόρεσε να πετάξει. Αυτό που ο άντρας, με την ευγένεια και την καλή του θέληση δεν μπόρεσε να κατανοήσει ήταν ότι ο περιορισμός του κουκουλιού και ο αγώνας που απαιτήθηκε από την πεταλούδα ήταν ο μόνος τρόπος για να αναγκάσει τα υγρά να κινηθούν από το σώμα της πεταλούδας προς τα φτερά της, έτσι ώστε να είναι έτοιμη να πετάξει μόλις κατάφερνε να απελευθερωθεί από το κουκούλι. Μερικές φορές ο αγώνας είναι ακριβώς αυτό που έχει ανάγκη η ζωή μας. Αν ο Θεός επιτρέψει να περάσουμε την ζωή μας χωρίς δυσκολίες, αυτό θα έχει παραλυτική επίδραση πάνω μας. Δεν θα γινόμασταν τόσο δυνατοί όσο θα μπορούσαμε να γίνουμε. Ποτέ δεν θα γινόμασταν ικανοί να “πετάξουμε”.
Ζήτησα δύναμη…
…Και ο Θεός μου έδωσε δυσκολίες για να με κάνει δυνατό.
Ζήτησα σοφία…
…Και ο Θεός μου έδωσε προβλήματα για να λύσω.
Ζήτησα ευημερία…
…Και ο Θεός μου έδωσε μυαλό και υγεία για να δουλέψω
Ζήτησα κουράγιο…
…Και ο Θεός μου έδωσε εμπόδια για να τα ξεπεράσω.
Ζήτησα αγάπη…
…Και ο Θεός μου έδωσε πονεμένους ανθρώπους για να τους βοηθήσω.
Ζήτησα χάρες…
…και ο Θεός μου έδωσε ευκαιρίες.
Δεν έλαβα τίποτε από ότι ζήτησα…
…Όμως έλαβα όλα όσα χρειαζόμουν.
να μ'αγαπάς
Εμένα ν’ αγαπάς κι όταν θα λείπω
Μέχρι ν’ ανηφορίσει ο καιρός, να μ’ αγαπάς,
Και να συγκατανεύσει
Στο άγριο κάλεσμα του έρωτα
Και μέχρι μέσα από τις λέξεις μας
Να ανοιχτεί ένας καινούριος κόσμος
Όλος άνοιξη
Πατρίδα για όλους που αγαπήθηκαν.
Αιώνια, αδιάψευστη παντοτινή
Εμένα να αγαπάς κι όταν θα λείπω
Μέχρι να υπάρξει εκείνη η εποχή, να μ’ αγαπάς
Που θα γεννιόμαστε όποτε θέλουμε
Και θα πεθαίνουμε μόνο όταν παύουμε ν’ αγαπιόμαστε
Μέχρι που στην επιθυμία μας μπροστά
Υποκλιθεί ολάκερο το σύμπαν
Μέχρι να ανοίξει το στερέωμα
Και να εμφανιστεί το αργυρό διάδημα της σελήνης
Που συντρόφεψε τους έρωτες της εφηβείας μας…
Εμένα να αγαπάς κι όταν θα λείπω
Κι όταν θα είμαι στον παράδεισο να μ’ αγαπάς
Εκεί που θα με στείλει η πίστη στην αγάπη σου
Και μέχρι να ρθουν οι μέρες
Που τα σώματα δε θα τα χωρίζει μήτε κι η τάφρος του θανάτου
Και τα πελάγια χάσματα θα υποθάλπουν τα στεριανά μας όνειρα
Τα αιώνια, τα’ αδιάψευστα , τα παντοτινά
Εμένα ν’ αγαπάς κι όταν θα λείπω
Κι όταν θα είμαι μια απλή φωτογραφία να μ’ αγαπάς
Μέχρι να ρθει εκείνο το διάστημα του χρόνου
Που θα μπορούμε να αγγίξουμε ξανά
Τη σάρκα όσων έχουν φύγει
Μέχρι να δούμε πάνω πολύ και πέρα από την όρασή μας
Και να με θες δικό σου για μια, για δυο ζωές
Παντοτινά, μέχρι το άπειρο
Εμένα ν’ αγαπάς κι όταν θα λείπω
Με βλέφαρα κλειστά να με αφήνεις να σε οραματίζομαι
Ιδανική που γέννησες όσα δε σκέφτηκα ακόμη
Μέχρι να χτίσει τις αψίδες του ο ουρανός
Και να περάσουν από κάτω τροπαιοφόρα τα’ άστρα
Και μέχρι η λάμα του φεγγαριού διχοτομήσει
Την άτμητη νύχτα
Κι ο ήλιος δυναστεύσει στους κάμπους
Πάνω απ’ τα χόρτα που δεν κουράστηκαν να πρασινίζουν
Εμένα ν’ αγαπάς κι όταν θα λείπω
Μέχρι τα χελιδόνια να παύσουν να μεταναστεύουν να μ’ αγαπάς
Κι η θάλασσα να κουραστεί να κυματίζει
Μέχρι οι κρίνοι να σταματήσουν ν’ αναδίδουν λευκότητα
Και μέχρι οι κύκνοι να αρνηθούνε το νερό.
Εμένα ν’ αγαπάς, μονάχα εμένα
Μέχρι το άπειρο
Γιατί ανώτερος εγωισμός δεν είναι από του έρωτα
μακάρι
Όσοι έχουνε αντί ψυχή, μαύρο σκληρό γρανίτη
επιβιώνουν –σου ‘λεγαν- σε τούτο τον καιρό
τους πίστεψες και πιάστηκες στο ίδιο σου το δίχτυ
πνίγοντας σε μια κουταλιά τα αισθήματα νερό
Και ξάφνου είδες γύρω σου να συνωθούνται χίλιοι
άνθρωποι που κατάσαρκα το δέρμα είχαν φιδιού
κυνέρωτες με κόκκινα νύχια μαλλιά και χείλη
η λάμψη που τους κάλεσε του δολερού χρυσού
σαν την προπαίδεια έμαθες καλά να προσποιείσαι
ντυμένος στης ευτέλειας τα ρούχα τ’ ακριβά
ότι έχεις είσαι …κι όχι πια ότι στ’ αλήθεια είσαι
μα μέσα σου φριχτό κενό νιώθεις καμιά φορά
είναι τις νύχτες που το φως σου ρίχνει το φεγγάρι
που της συνείδησης η ηχώ μέσα σου ξαγρυπνά
και λες ας ήμουν άνθρωπος για μια στιγμή μακάρι
να αγάπαγα, να αγαπηθώ λιγάκι αληθινά
Ποιος είναι ώριμος
1. Εκείνος που ευχαρίστως ακούει μια παρατήρηση.
2. Εκείνος που δέχεται μια κριτική.
3. Εκείνος που παραδέχεται τις ελλείψεις του.
4. Εκείνος που αναγνωρίζει τα ελαττώματά του.
5. Εκείνος που εγκαταλείπει μια λανθασμένη παλιά πεποίθηση
6. Εκείνος που αναγνωρίζει για ποιο πράγμα είναι ικανός.
7. Εκείνος που κάνει εκείνο που είχε πάντοτε φοβηθεί.
8. Εκείνος που συνέρχεται μετά από ένα τρομερό κτύπημα.
9. Εκείνος που τα μαθήματα του γίνονται μαθήματα.
10. Εκείνος που αντιλαμβάνεται ότι είναι πάντα μόνος.
πηγή
Φόρος τιμής
Φόρος τιμής
Πηγή
ΝΑ ΖΕΙΣ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ......
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ,ΘΕΛΩ! | |
Με εκνευρίζει η στενομυαλία, οι παρωπίδες και τα «πρέπει»στη ζωή μου!Ειδικά αυτά τα πρέπει μου κάθονται στο στομάχι από μικρό παιδί και για αυτό όταν τα εντοπίζω,μου βγαίνει μια φυσική αντιδραστικότητα !Χωρίς δευτέρη σκέψη,σαν μια φυσική άμυνα του οργανισμού μου!Τα θέλω είχαν παντα για μένα πρωτεραιότητα!Και αυτό μου κάνε καλό,στο να έχω «ανοιχτό μυαλό» και να ζω τις στιγές και τις καταστάσεις,στη στιγμή που λαμβάνουν χώρα! Ζόντας με τα πρέπει,χάνεις την ουσία του πράγματος!Φυλακίζεις τη διάθεση και εμποδίζεις τον εαυτό σου να απολαύσει την ηδονή της στιγμής,την εμπειρία που σου προσφέρει το κάθε τι! Ποιά η λογική του όλου πράγματος?Γιατί να μπαίνεις στη διαδικασία να κάθεσαι να σκέφτεσαι αν πρέπει να το ζήσεις ή όχι?Ενώ όλο σου το είναι,λαχταράει να το ζήσει? Το μότο μου εδώ και πολλά χρόνια είναι «καλύτερα να μετανιώσεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που δε μπόρεσες να κάνεις».Και προσπαθώ να το τηρώ όσο περισσότερο στη ζωή μου με όλες τις συνέπειες που επακολουθούν! Όταν ρισκάρεις κάτι και το ζεις και έχεις την αγωνία που θα σε βγάλει,δεν νιώθεις πιο ζωντανός? Πως γίνεται να προδικάζουμε μια κατάσταση πριν καλά καλά αρχίσει?Και να είμαστε σίγουροι πςς θα καταλήξει? Μάλλον, σκέφτομαι,οτι μπορεί μερικοί να είναι περισσότερο προικισμένοι ως προς τις μαντικές ικανότητες ή του ενστίκτου! Πάλι, με θεωρώ πρακτικό άνθρωπο και αν δε ζω την καταστάση από μέσα,να την βιώνω δεν γίνεται. Εκνευρίζομαι να μπαίνω στη διαδικασία να απολογούμαι για τις πράξεις μου και τις επιλογες μου,από την στιγμή που δεν βάζω τον άλλο σε αυτό το τρυπάκι. Δε με νοιάζει αν έρθει να μου πει κάποιος,π.χ «έκανασεξ με έναν άγνωστο, πήγα με το φίλο της φίλης μου, έκανα λεσβειακό,κεράτωσα το αγόρι μου κτλ. (μιλάμε για ακραία παραδείγματα)».Έιλικρινά, εκεινή την ώρα δε θα περάσει καν από το μυαλό μου να κριτικάρω.Θα ακούσω με απόλυτη ηρεμία τι έχει να μου πει και θα γυρίσω να του πω πολύ απλά «το ευχαριστηθήκες?πέρασες καλά?»Τέλος.Ούτε θα κάτσω να σκεφτώ πώς,γιατί και άμα!Και μένα ο παππούς μου αν είχε ρόδες θα ήταν αμάξι,αυτοκίνητο η ποδήλατο,ανάλογα με την επιλογή του. Πιστεύω, οτι κάνοντας τα πρέπει, είναι σαν να κρυβόμαστε πίσω από το δαχτυλό μας!Αποκλειέται να μην έχει τύχει σε κάποιον έστω 1 φορά, που να ακολουθει τα πρέπει, να μαζεύει να μαζεύει και μέτα να κάνει 1 ΜΠΑΜ,και στις επόμενες αντιδράσεις του να μην αναγνώριζει καν τον εαυτό του! Λογικό και αναμενόμενο!Έτσι δεν συμβαίνει και με την ντουλάπα!Χώνεις ρούχα,χώνεις ,σπρώχνεις και με δύναμη να κλείσει η πόρτα κια τα σφηνώνεις!Και τι γίνεται την επόμενη φορά που πας να την ανοίξεις?Ανοίγει απότομα, κάνει 1 μπραφ και όλα όσα στρίμωχνες και και μάζευες, πέφτουν και σκορπίζονται παντού.Και δυσανασχετούμε από που να αρχίσουμε το μάζεμα και πως να τα βάλουμε σε τάξη, και συχτηρίζουμε γαι αυτή την ανατροπή. Έτσι γίνεται και με το συνοθύλευμα των επιθυμιών και των θέλω μας! Κάποια στιγμή βγαίνουν.Και μπορεί να βγουν πολύ χειρότερα, αν βγαίναν στην ώρα τους! Και γαι να μην σας ζαλίζω άλλο με τις ασυναρτησίες μου θα κλείσω με την ατάκα που είπε ένας μουσικός,ένα βράδυ που ήμουν σε 1 μαγαζί,θέλοντας να κάνει το κοινό να το βουλώσει και να ακούσει κανα τραγούδι, με έξυπνο τρόπο,και λέει:“¨Οταν η κόρη μου ήταν μικρή τη πήγαινα να κάνει αλογάκια.Και ενώ ήταν πάνω σε 1 από αυτά,κοίταζε να δει σε ποιό άλλο θα μπεί μετά ή πιο πού χαιρέτανε βλέποντας να κάνουν τα άλλα παιδιά,και δε το ζούσε εκείνη την στιγμή,μπορεί και να χαιρότανε όταν θα πήγαινε σπίτι.Και απευθυνόμενος στο κοινό « που θέλω να καταλήξω,ότι ακούστε και κανά τραγούδι.Γιατί τώρα το παίζουμε και όχι αύριο» Από αυτό βγάλτε τα συμπερασματα σας! | |
|
Τα “θέλω”, τα “πρέπει” και η Λογική
Επανέρχομαι….
Τα “θέλω”, τα “πρέπει” και η Λογική
20.3.2009
“Εν αρχή ήν ο Λόγος. Και ο Λόγος ήν προς τον Θεόν και Θεός ήν ο Λόγος”
[Κατά Ιωάννην Α’1]
Εν αρχή ήν το Εγώ. Το “Εγώ” και το “Θέλω”… Και το Θέλω ήν προς το Εγώ και Θεός ήν το Θέλω. Και Θεός ήν και το Εγώ!...
“Μαμά θέλω αυτό. Κι αυτό. Κι αυτό!... Μπαμπά θέλω να κάνω εκείνο. Κι εκείνο. Κι εκείνο!...”. Και ο μπαμπάς και η μαμά τα έδιναν όλα στον κανακάρη τους, στο βλαστάρι τους. Χωρίς “όχι” και χωρίς “μη”… Χωρίς όρια! Διότι, σκέφτονταν (σκέφτονταν;) και έλεγαν, “έχει όρια η αγάπη”;…
Και το “εγώ” τρεφόταν… Κι έγινε ένα τεράστιο «ΕΓΩ»!... Ένα “εγώ” χωρίς όρια!... Ένα “εγώ” καλοθρεμμένο… (ή, αναλόγως με την οπτική, “κακο-ανα-θρεμμένο”…). Με πολλά, πολλά, ανεξάντλητα “θέλω”… Και χωρίς “πρέπει”… Διότι έτσι (“πρέπει να”) ανατρέφεται, λένε, ο σύγχρονος ελεύθερος άνθρωπος…
Ο άνθρωπος, όμως, είναι, λένε, ον κοινωνικό…
Σκεφθείτε, λοιπόν, φανταστείτε αυτή την κοινωνία… ή/και την κοινωνικοποίηση αυτών των καλοαναθρεμμένων “εγώ”, των χωρίς όρια ελεύθερων κακοαναθρεμμένων παιδιών!... Σε πολλά επίπεδα και εκφάνσεις…
[Σκηνή πρώτη]
-Τιμώρησες το παιδί μου, δασκαλάκο; Το παιδί ΜΟΥ; (ή/και) Τόλμησες να τους βάλεις μικρότερο βαθμό από τους άλλους; Νομίζεις πως έχεις το δικαίωμα να του δημιουργήσεις εσύ ψυχολογικά προβλήματα;…
[Μετά από χρόνια…]:
-Ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;!...
[Σκηνή εκατοστή… χιλιοστή… εκατομμυριοστή…]
(αχ, αυτή η τελευταία φράση, πόσο συχνά έχει ακουστεί…)
-Ξέρεις ποιος είμαι ΕΓΩ ρε;!...
(Γιατί; Ξέρεις, άραγε, εσύ ο ίδιος; Ένα “εγώ” παραφουσκωμένο είσαι, αν το καλοσκεφτείς, σαν φουσκωμένος λουκουμάς σε σχήμα μηδενικού…)
[Σκηνή δεύτερη]
-Ελευθερία! Ελευθερία!... Όχι στα “όχι” που σκοτώνουν τις ζωές και τα όνειρά μας!... Απαγορεύονται οι απαγορεύσεις!...
[Μετά από χρόνια…]:
-Εμπρός στον… “έτσι” που χάραξε ο… “τέτοιος”
-Εμπρός στον δρόμο που χάραξε ο Μάης του’68 εννοείς;
-Ναι, γειά σου! Αυτόν!...
-Ναι, αλλά εκείνος ζητούσε, μεταξύ άλλων, και Παιδεία, κι εσύ ελάχιστα μορφωμένο (πόσο δε μάλλον πεπαιδευμένο – καλλιεργημένο) σε βρίσκω, για να το γνωρίζεις αυτό…
-Βρε άντε να χαθείς, παλιοσυντηρητικέ!... Εμείς θέλουμε τον κόσμο και τον θέλουμε τώρα!...
[Σκηνή εκατοστή πρώτη… χιλιοστή πρώτη… εκατομμυριοστή πρώτη…]
-Θέλουμε τον κόσμο και τον θέλουμε τώρα!...
(Ναι, αλλά ο κόσμος και ο χρόνος έχουν ένα ρυθμό, μια πορεία φυσιολογική, αν αντιλαμβάνεσαι τι εννοώ!... Όσο κι αν θέλεις, για παράδειγμα, να ήταν πάντοτε άνοιξη ή, ακόμα καλύτερα, καλοκαίρι, είναι φυσιολογικό να περνάμε κι απ’ το φθινόπωρο και τον χειμώνα… Όσο κι αν θέλεις να’ταν η ζωή μόνο καλοκαιρινές διακοπές, “πρέπει” να συνειδητοποιήσεις πως υπάρχουν και οι περίοδοι για εργασία και προσπάθεια…)
[Σκηνή τρίτη]
-Θέλω “να κάνω τη ζωή μου”!... Θέλω να ζήσω κι εγώ, επιτέλους, τη ζωή μου! Τη ζωή που δεν έζησα!...
-Μα, κόρη μου, έχεις ήδη ένα παιδί να αναθρέψεις…
-Δεν μπορώ να γίνω σκλάβα του δα… Θα βρει κι αυτό τον δρόμο του… Κανείς δεν χάνεται!... (Εμένα μου λές;… Τόσο ανθρώπινα ναυάγια… Τόσα ανθρώπινα ράκη!...)
-Μα…
-Δεν έχει “μα”. Θέλω να ζήσω τη ζωή που δεν έζησα!...
[Πριν από χρόνια: Η ζωή που δεν έζησε. Κι αυτή που έζησε… Διάλογος με τους ίδιους πρωταγωνιστές]
-Πατέρα θέλω να βγω να διασκεδάσω!
-Ν’ αφήσεις τα “θέλω” και να σκέφτεσαι μόνο πως “πρέπει” να διαβάσεις, για να γίνεις καλή μαθήτρια, πως “πρέπει” να περάσεις στο Πανεπιστήμιο, πως “πρέπει” να αποκτήσεις εφόδια για τη ζωή σου!
-Πατέρα, μην με καταπιέζεις, έχω ανάγκη και θέλω λίγη περισσότερη ελευθερία.
-Είσαι πολύ μικρή! Για ο,τιδήποτε.
-Μα…
-Δεν έχει “μα”… Τώρα δεν υπάρχουν “θέλω”, παρά μόνο “πρέπει”… Όταν θα μεγαλώσεις και θα παντρευτείς και δεν θα έχω την ευθύνη σου, τότε κάνε ό,τι θέλεις!
(Ψιθυριστά ή από μέσα της, στο μυαλό της) –Τότε θα κοιτάξω μόλις ενηλικιωθώ, να παντρευτώ αμέσως, για να ζήσω τη ζωή που δεν έζησα…
[Σκηνή εκατοστή δεύτερη… Χιλιοστή δεύτερη… Εκατομμυριοστή δεύτερη…]
-Η ζωή που δεν έζησα!...
Ποια είναι η ζωή που δεν ζήσαμε;…
Σκεφθήκαμε, άραγε, ποτέ, όμως, γι’ αυτούς… για τα εκατομμύρια που έχασαν τη ζωή τους… διαχρονικά… γι’ αυτούς που έχασαν τη ζωή τους στους πολέμους… για τα παιδιά που δεν έζησαν καν;…
Σκεφθήκαμε και για τα εκατομμύρια παιδιά ή μεγάλους, της εποχής μας, που ζουν λιμοκτονώντας, δηλαδή αργοπεθαίνοντας;… Θαρρούμε, άραγε, πως κι αυτοί δεν έχουν “θέλω”; Πως δεν θα ήθελαν κι αυτοί να ζήσουν; Όχι “να ζήσουν τη ζωή τους”. Μα να ζήσουν απλά. Απλά να ζήσουν!...
Γιατί; Γιατί όχι, λοιπόν;…
Να σας δώσω μιαν απάντηση, κι αν θέλετε την αποδέχεστε:
Διότι είναι πολύ μεγάλα… διότι είναι τεράστια τα “θέλω” των “πολιτισιμένων” λαών, όλων ημών των “καλοαναθρεμμένων” και “καλοζωισμένων”…
Διότι θέλουμε “το καλύτερο”!... Το περισσότερο!... Διότι θέλουμε τα πάντα!... Τα θέλουμε όλα!... Και όλο θέλουμε… Μόνο θέλουμε!...
Γιατί, άραγε, γίνονται οι πόλεμοι;
Διότι συγκρούονται τα “θέλω”!...
Για τα μεγάλα γαιοπολιτικά συμφέροντα…
Γιατί, άραγε, γίνονται οι κοινωνικές συγκρούσεις;
Διότι συγκρούονται τα “θέλω” των κοινωνικών ομάδων και τάξεων…
Τα συμφέροντα, μικρά ή μεγάλα, μεταξύ τους…
Γιατί, άραγε, προκύπτουν οι προσωπικές έριδες;
Διότι συγκρούονται τα “θέλω” των ανθρώπων…
Διότι δεν διδαχθήκαμε από μικροί ή δεν συνειδητοποιήσαμε, μεγάλοι και ώριμοι (τάχα) πως εκτός από τα “θέλω” υπάρχουν και τα “πρέπει”…
(…τα οποία “πρέπει”, σημειωτέον, θα μπορούσαμε να τα εκφράσουμε και να τα δούμε ως “θέλω” και αυτά, εάν έτσι τα δεχόμαστε καλύτερα κι είναι πιο εύπεπτα για τον ψυχισμό μας: “Θέλω να ζω… θέλουμε να ζούμε, όλοι, σ’ έναν κόσμο πιο αρμονικό, πιο ειρηνικό, χωρίς συγκρούσεις και πολέμους”…)
Διότι εκτός απ’ το “Εγώ” υπάρχει και το “Εσύ”, υπάρχει και “ο άλλος” και “οι άλλοι”. Υπάρχει και το “Εμείς”… [και μάλιστα ΟΧΙ εμείς της οικογένειας, ΟΧΙ εμείς οι φίλοι και γνωστοί, ΟΧΙ εμείς οι γείτονες, ΟΧΙ εμείς οι Αθηναίοι, ΟΧΙ εμείς οι Έλληνες, ΟΧΙ εμείς οι “λευκοί”, ΑΛΛΑ εμείς οι Άνθρωποι όλου του κόσμου!...]
Και όλοι, μα όλοι, θα μπορούσαμε, νομίζω, να ζήσουμε ειρηνικά και με αρμονία, εάν… το θέλαμε πραγματικά, ουσιαστικά, συνειδητά…
…Διότι δικό μας δημιούργημα, ανθρώπινο, δεν είναι, άραγε, αυτός ο κόσμος [“κόσμος’;… κόσμημά μας, άραγε, μπορεί να θεωρηθεί αυτό;…] που ζούμε, ο κόσμος του “ο θάνατός σου η ζωή μου”;!... Δικό μας δημιούργημα δεν είναι αυτή η κοινωνία της μόνιμης και διαρκούς σύγκρουσης και πάλης και αντιπαράθεσης σε κάθε επίπεδο;
Τι προτείνω;…
Το είπα ήδη! Ευθύς εξαρχής!
Πριν πω, πριν γράψω “Εν αρχή ήν το Εγώ. Το “Εγώ” και το “Θέλω”… Και το Θέλω ήν προς το Εγώ και Θεός ήν το Θέλω. Και Θεός ήν και το Εγώ!”
Το είπα ήδη και το πρότεινα όταν έγραφα με αυτά που είδες ή σου φάνηκαν (κυριολεκτικά ή μεταφορικά…) “ψιλά γράμματα”. Θα το επαναλάβω:
“Εν αρχή ήν ο Λόγος. Και ο Λόγος ήν προς τον Θεόν και Θεός ήν ο Λόγος”.
Ό,τι νόημα κι αν δώσεις, αναγνώστη, σ’ αυτό το αγιογραφικό απόσπασμα. Είτε θεολογικό, αν ερμηνεύσεις δηλαδή τον “Λόγο” ως Χριστό, Υιό του Θεού, είτε φιλολογικό – φιλοσοφικό, αν ερμηνεύσεις δηλαδή τον “Λόγο” ως “λογική”, ως λογική που έχουμε απεμπολήσει απ’ τη ζωή και την κοινωνίας μας, ως λογική που θα μπορούσε να ισορροπήσει αρμονικά τα “θέλω” και τα “πρέπει” μας…
[Διότι, αν το σκεφθείς καλά, φίλε αναγνώστη, είτε θεολογών και θρησκευόμενος είσαι, είτε φιλολογών – φιλόσοφος, ο Λόγος – λογική απ’ τον Θεό προέρχεται, Παιδί του είναι, και θα’πρεπε να είναι ο Θεός μας!... Λόγος – Λογική, που θα “υποτάσσεται”, βεβαίως, στο θέλημα του Θεού – Πατέρα, την Αγάπη, έτσι όπως μπορεί να μας διδάξει ή να μας αποκαλύψει η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος!...]
Υ.Γ. Επισημαίνω ότι οι παραπάνω σκέψεις δεν γνωρίζω αν είναι, βέβαια, “ορθόδοξες” ή αν, υπό αυστηρή Ορθόδοξη Χριστιανική θεώρηση, θα κατατάσσονταν ίσως στις αιρετικές. Είναι απλώς η δική μου “αλήθεια”, αυτής της συγκεκριμένης στιγμής και των προσωπικών μου πνευματικών και διανοητικών δυνατοτήτων ή αδυναμιών…
Τα «θέλω» και τα «πρέπει» στη ζωή μας σήμερα
Για τα πολλά «θέλω» και τα καθόλου «πρέπει»…
Δείγμα των καιρών μας αυτό…
Που μάλιστα νομίζω πως συνεχώς επιδεινώνεται.
Διότι πλέον οι νεώτεροι και τα παιδιά μεγαλώνουν και ανατρέφονται και γαλουχούνται έτσι…
«Θέλω αυτό, θέλω εκείνο, θέλω το άλλο»…
Αυτό, λίγο – πολύ, δεν συνέβαινε πάντοτε με τα παιδιά; Πάντοτε δεν ζητούσαν (πάντοτε δεν ζητούσαμε κι εμείς, όταν ήμασταν παιδιά…) όσο το δυνατόν περισσότερα, πάντοτε δεν ζητούσαν (:δεν ζητούσαμε…) τα πάντα;
Κάποιος παιδαγωγός και ψυχολόγος θα μας έλεγε, ίσως, πως έτσι τα παιδιά διερευνούν τα όρια…
...και πως γι’ αυτό είναι σωστό ν’ ακούν και «όχι» στη ζωή τους, ώστε να αντιλαμβάνονται πως υπάρχουν τέτοια όρια, πως δεν μπορούν να τους χαρίζονται τα πάντα, πως δεν μπορεί να τους επιτρέπονται τα πάντα…
Μα στις ημέρες μας (ή και νωρίτερα;...) αυτό έχει αλλάξει κατά πολύ…
Πόσο εύκολο είναι, πλέον, στους γονείς, να πουν το «όχι», να αρνηθούν κάτι στα βλαστάρια τους;
Οι γονείς, πλέον, λες πως νομίζουν πως θα κερδίσουν την αγάπη των παιδιών τους δίνοντας δώρα κι όχι ασχολούμενοι με τα παιδιά τους…
Ουσιαστικά είναι το «άλλοθι» των γονέων στο ότι εργαζόμενοι και απασχολημένοι συνεχώς με άλλα, δεν έχουν πλέον (παρά ελάχιστο) χρόνο να αφιερώσουν στα παιδιά τους.
Κι έτσι τους στερούν, αστόχαστα, ένα από τα κυριότερα στοιχεία της ανατροφής και της παιδείας, τον προσδιορισμό και την κατανόηση (της έννοιας) των ορίων.
Διότι, βλέπεις, ένα «όχι» θέλει, ως συνοδευτικό, να αφιερώσεις χρόνο στο παιδί, να του εξηγήσεις… (Μα πού να βρεις χρόνο;…)
Και δείχνοντας – προσδιορίζοντας τα όρια που συγκροτούν τα «μη» και τα «όχι», να τους μιλήσεις, περαιτέρω, και για την υπέρβαση κάποιων ορίων με τον αγώνα, με την προσωπική προσπάθεια για υπερβάσεις…
Μα τώρα χάθηκε, κατά πως φαίνεται [είναι «εκτός διδακτέας ύλης»…], κι αυτό το μάθημα για τις παιδικές ψυχές…
…που, φυσικά, πιο ύστερα, σαν γίνουν έφηβοι, δεν έχουν πια ούτε τις βάσεις (και είναι, πια, πολύ αργά για λόγια και για συμβουλές…) να πάρουν το μάθημα του αγώνα στη ζωή τους, να δώσουν και να προσδιορίσουν ένα σκοπό για τη ζωή τους…
Όταν τα παιδιά τα έχουν όλα, τότε τι έχουν να προσδοκούν; Για τι να αγωνίζονται;
Πόσοι και πόσοι γόνοι πλούσιων οικογενειών δεν καταλήγουν στα ναρκωτικά ή στο χωρίς τέλος κυνηγητό των ηδονών και των απολαύσεων;…
«Θέλουμε τον κόσμο και τον θέλουμε τώρα», ήταν το επαναστατικό σύνθημα μιας γενιάς.
[Πόσα θα μπορούσε να γράψει κάποιος σχετικά. Όχι, βεβαίως, μόνο θετικά ή μόνο αρνητικά. Δεν είναι του παρόντος να το κάνω. Μόνο δυό –τρεις, ελάχιστες, σκέψεις:]
Αν θέλεις, φίλε μου, τον κόσμο και τον θέλεις τώρα… πές μου, τότε, «πώς το προτιμάς»; Να στον χαρίσουμε «στο πιάτο» ή ν’ αγωνιστείς και να τον κατακτήσεις;…
Κι αν προτιμάς το δεύτερο (οπότε θα σου πω και «μπράβο», γιατί οι περισσότεροι θαρρώ πως προτιμούν το πρώτο…), να σε ρωτήσω κάτι ακόμα;
Θεωρείς και νιώθεις πως μπορείς να τον κερδίσεις «με την μία», αμέσως, χωρίς επιμονή και υπομονή;
[Μα τότε θα’ναι σαν να υποχωρεί, σαν να παραδίδεται, οπότε αντιλαμβάνεσαι πως δεν ήταν δα σπουδαίος αντίπαλος, πως δεν ήταν αντάξιός σου…]
Και… πές πως τον κατάκτησες! «Τον κόσμο όλο», σκέψου!...
Σκέφθηκες ποτέ πως έτσι δεν θα έχεις τι να κυνηγάς αργότερα, για τι να αγωνίζεσαι και τι σκοπό θα έχεις, πλέον, στη ζωή σου;…
[Και μια παρένθεση. Ολίγον άσχετη (ή μήπως όχι;): Θυμάσαι, άραγε (αν σου το δίδαξε ποτέ κανείς…) τι γράφει κάπου το Ευαγγέλιο; «Τι ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίσει τον κόσμο όλο και (εδώ είναι η ουσία και το νόημα:) ζημιωθεί την ψυχή αυτού;»…
Κλείνω την παρένθεση (;) και επανέρχομαι, διότι πόσοι ν’ ασχολούνται και να ενδιαφέρονται στις μέρες μας για της ψυχής της καλλιέργεια…]
Στις μέρες μας οι αξίες θαρρώ πως συμπυκνώνονται σ’ αυτό που κάποια εταιρεία έθεσε ως “motto” της διαφημιστικής της εκστρατείας: «Θέλω»!
Ένα «θέλω» που δυστυχώς επικεντρώνεται και εστιάζεται και αφορά μόνο σε ένα τομέα της ζωής, που πλέον, όμως, έχει αναχθεί στα πάντα: Στον καταναλωτισμό. Στο άμεσο ξεδίψασμα της καταναλωτικής επιθυμίας της στιγμής…
Θέλω κάτι και το θέλω τώρα!
Νιώθω πως δεν υπάρχει τραγικότερο, πως το σύνθημα μιας επαναστατημένης γενιάς, που άλλα ήθελαν και άλλα επεδίωκαν, το πήραν οι αντίπαλοί της, το κεφάλαιο και οι πολυεθνικές, και το’καν δικό τους τραγούδι, διαφημιστική καμπάνια!...
«Θέλω τα πάντα και τα θέλω τώρα! Όλα! Αμέσως! Εδώ και τώρα!»
Ζούμε για να αγοράζουμε! Να καταναλώνουμε!
Χωρίς να «πρέπει» να κάνουμε «κράτει» στις επιθυμίες μας…
Επιθυμίες και όνειρα έγιναν εννοιολογικά ταυτόσημα, ένας «αχταρμάς»…
Κι όσο για τα «πρέπει», εμπόδια ασυγχώρητα στο πνεύμα της εποχής, φωνές σειρηνικές κατακριτέες…
Όλα τα «πρέπει» θεωρούνται, πλέον, πως εμποδίζουν, τάχα, το… «προσωπικό τραγούδι» και την αυτοπραγμάτωση…
Και καταγγέλλονται πως θίγουν την προσωπική ελευθερία…
«Με τόσα ψέματα που ντύθηκαν οι λέξεις…»
Τα πρέπει επιβάλλονται τα θέλω λευτερώνουν
Θυμάμαι το μπαμπά μου να με βάζει να αθλούμαι στις αλάνες πηδώντας ντενεκέδες, ήταν το άλμα μας εις ύψος, εγώ να κλαίω με παράπονο κάθε που ανέβαινε ο –πήχης -,
«Δεν μπορώ σου λέω»,
και ο μπαμπάς μου να επιμένει,
«Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω».
Κι έτσι τους πήδαγα τους ντενεκέδες της αυλής μου, κι ύστερα κι άλλα ντενεκεδοεμπόδια της καθημερινότητάς μου, αφού έμαθα πως το θέλω σού δίνει τη δύναμη και την ελευθερία να πράττεις.
Όταν, χρόνια αργότερα διάβασα τη φράση,
«Όταν θέλεις κάτι πολύ, όλο το Σύμπαν συνωμοτεί για να το αποχτήσεις», πολύ το χάρηκα που ο συγγραφέας Πάολο Κοέλο συμφωνούσε με το μπαμπά μου.
Ένα βραδάκι, η μαμά μου μου σερβίρισε κουκιά.
Στράβωσα το μουράκι μου,έσπρωξα το πιάτο κι είπα,
«Δε θέλω».
Μα η απάντηση ήρθε απρόβλεπτη:
«Πρέπει να τα φας, έχουν σίδηρο».
Τί μ’ ένοιαζε εμένα το σιδηρο των κουκιών;
Εμένα μ’ ένοιαζε η λαμαρίνα που μου ήρθε στο κεφάλι, έτσι όπως απέρριψαν το θέλω μου. Έτσι όπως «καταπατούσαν» την ελευθερία μου να επιλέξω πατάτες τηγανιτές για βραδινό, για να’μαι χαρούμενη.
Τα ξίνισα τα μούτρα μου και τα’φαγα.
Κι έτσι κατάλαβα πως με ξινισμένα μούτρα, πολλές φορές προκύπτουν κάποια έξωθεν «αποφασσίσομεν και διατάσσομεν»που εμείς, ως πιο αδύναμοι απο θέση ισχύος ακολουθούμε, άλλοτε γιατί κάνουν καλό σε μας, άλλοτε γιατί κάνουν καλό σε άλλους, κι άλλοτε γιατί έτσι κρίνει η ηθική των καιρών...Αλλά ποτέ,μα ποτέ δεν μας κάνουν χαρούμενους...
Θυμήθηκα την εποχή που οι γυναίκες κάλυπταν ακόμη και αστράγαλο για να μη χαρακτηριστούν ανήθικες, ενώ σήμερα, με το ύψος της φούστας στο αφαλοκοίλι, δεν νομίζω να πετροβολάμε τα κοριτσάκια ως αμαρτήσασες σύγχρονες Μαγδαληνές...
Τι είδους ισχύ έχουν λοιπόν όλα τα «πρέπει» που ξεγράφονται και αναιρούνται με το πέρασμα του χρόνου και με την αλλαγή των ιδεών;
Τα «πρέπει» της γερμανικής κατοχικής μπότας στην Ελλάδα, επέβαλλαν απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά την έκτη εσπερινή, την αφισοκόληση, την αντίσταση.
Εκείνα τα «πρέπει» επιβλήθηκαν με τη βία.
Κι οι ανυπόταχτοι Έλληνες παραβάτες, θέλησαν πολύ την ελευθερία τους, κι όλο το Σύμπαν συνωμότησε να τους τη δώσει.
Το «πρέπει» του Χίτλερ για την επικράτηση της καθαρόαιμης, ανώτερης, Αρείας φυλής εξολόθρευσε εκατομμύρια Εβραίων,Αρμενίων και λοιπών «κατώτερων» φυλών.
Για ποια ελευθερία, για ποια ηθική μιλάμε πίσω απ’ τα «πρέπει» αυτά που σήμερα, μόνο ντροπή και απέχθεια μπορούν να ξεσηκώσουν;
Κι ας μη βιαστούμε να υπερασπίσουμε τα άγραφα «πρέπει» της ανθρώπινης συμπεριφοράς, γιατί καλά το ξέρουμε όλοι μας, οι νόμοι του σεβασμού της ζωής και της ελευθερίας των άλλλων είναι γνωστοί, δεν απαιτούν την υποταγή μας σε «πρέπει» δια της βίας, αλλά στο δικαίωμα που έχουμε όλοι να ζούμε όλοι αρμονικά και φιλήσυχα.
Σήμερα, λίγοι είναι οι άνθρωποι που έμαθαν να καλλιεργούν την ελευθερία τους να απαντούν στην ερώτηση:
«Τί θέλεις να κάνεις;»
Συνήθως είναι η απάντηση είναι:
«Δεν ξέρω»
Έτσι μάθαμε. Πάντα κάτι μας υπαγορεύονταν απ’έξω , ή μας επιβάλλονταν κι έτσι η φωνούλα μας φιμώθηκε.
«Δεν κάνω αυτό που θέλω,κάνω αυτό που αντέχω», μού έλεγε ένας φίλος.
Θέλει αντοχή λοιπόν και κουράγιο ν’ ακολουθήσει κανείς τα θέλω του;
Θέλει αντοχή και κουράγιο να τιμάς το δικαίωμά σου να ζεις με τη χαρά σου, ακόμα κι αν αυτό δε συμφωνεί με τη χαρά κι όλου του κόσμου;
Ωστόσο, ένας δρόμος μας δόθηκε να περπατήσουμε ο καθένας, και δεν γίνεται να προσφερθεί θυσία στα «κάνει», τα «δεν κάνει», τα «πρέπει», τα «δεν πρέπει» των ανθρώπων και των εποχών.
Ιδιαίτερα όταν αυτά έρχονται κάθε φορά σε διαφορετική συσκευασία, από άλλες φωνές, ενώ το «θέλω» της καρδούλας μας, μία φωνή και μόνη αναγνωρίζει...
Τη δική μας!
* Η κ. Μάρθα Τομπουλίδου είναι ηθοποιός/φιλόλογος
Τρίτη 21 Ιουλίου 2009
Ακολουθώντας τον προσωπικό μύθο...
Όταν ο Joseph Campbell, γνωστός μυθολόγος της εποχής μας (ο οποίος έγραψε, μεταξύ άλλων το έργο «Η δύναμη του Μύθου»), επινόησε το ρητό «Ακολουθείτε την ευλογία σας», συνέλαβε ένα ολοφάνερα επίκαιρο νόημα, που στον «Αλχημιστή»εμφανίζεται ως Προσωπικός Μύθος.
Ο Αλάν Κόεν, ενας θεραπευτής που ζει στη Χαβάη, επεξεργάζεται το ίδιο θέμα. Διηγείται ότι στις διαλέξεις του, όταν ρωτά ποιος είναι δυσαρεστημένος με την εργασία του το 70% του ακροατηρίου σηκώνει το χέρι. Ο Κόεν δημιούργησε ένα σύστημα με δώδεκα βήματα, που θα μας βοηθήσουν να ξαναβρούμε την «ευλογία» μας (είναι μαθητής του Campbell) :
1. Πείτε την αλήθεια στον εαυτό σας: χωρίστε ένα φύλλο χαρτί σε δυο στήλες και γράψτε αριστερά τι θα θέλατε πολύ να κάνετε. Στη συνέχεια, γράψτε δεξιά τι κάνετε χωρίς ενθουσιασμό. Γράψτε, σαν να μην υπήρχε περίπτωση να διαβάσει κάποιος ό, τι έχετε μπροστά στα μάτια σας. Μην κατακρίνετε και μην αποδοκιμάσετε τις απαντήσεις σας.
2. Ξεκινήσετε σιγά, σιγά ξεκινήστε όμως: τηλεφωνήστε στο ταξιδιωτικό σας γραφείο, ψάξτε για κάτι που να ταιριάζει στον προϋπολογισμό σας. Πηγαίνετε να δείτε την ταινία που συνέχεια αναβάλλατε. Αγοράστε το βιβλίο που επιθυμούσατε. Να είστε γενναιόδωρος με τον εαυτό σας και θα δείτε ότι ακόμα και αυτά τα μικρά βήματα θα σας κάνουν να νιώσετε πιο ζωντανός.
3. Σταματήστε αργά, σταματήστε όμως: ορισμένα πράγματα εξαντλούν τελείως την ενέργεια σας. Είναι πράγματι, ανάγκη να πάτε στη συνεδρίαση εκείνης της επιτροπής ; Είναι ανάγκη να βοηθήσετε κάποιον, που δεν θέλει να βοηθηθεί; Ο προϊστάμενος σας έχει άραγε το δικαίωμα να απαιτεί, εκτός από την εργασία σας, να παραβρεθείτε και στις ίδιες εορτές μ' εκείνον ; Αν πάψετε να κάνετε όσα δεν σας ενδιαφέρουν, θα διαπιστώσετε ότι απαιτούσατε από τον εαυτό σας περισσότερα απ' ότι οι άλλοι πραγματικά ζητούσαν από εσάς.
4. Ανακαλύψετε τα μικρά ταλέντα σας: τι λένε οι άλλοι ότι εσείς κάνετε καλά; Τι κάνετε με όρεξη ακόμη και αν δεν είστε τέλειοι στην εκτέλεση; Αυτά τα μικρά ταλέντα είναι κρυφά μηνύματα από τα άδηλα μεγάλα ταλέντα σας.
5. Ξεκινήστε την επιλογή σας: αν κάτι σας ευχαριστεί, μη διστάζετε. Αν αμφιβάλλετε, κλείστε τα μάτια σας, φανταστείτε ότι πήρατε την επιλογή Α' και αναλογιστείτε τι τυχόν θα ακολουθούσε. Κάνετε τα ίδια με την επιλογή Β'. Η απόφαση που θα σας φέρει πιο κοντά στη ζωή, θα είναι η σωστή -;ακόμη και αν δεν πρόκειται για την εύκολη.
6. Μη βασίζετε τις επιλογές σας σε οικονομικά οφέλη: θα' ρθούν, αν πραγματικά κάνετε κάτι με ενθουσιασμό. Το ίδιο δοχείο, από τα χέρια ενός αγγειοπλάστη που λατρεύει ό,τι κάνει, ή από τα χέρια ενός ανθρώπου που μισεί την τέχνη του, δεν έχει την ίδια ψυχή. Θα πουληθεί γρήγορα (στην πρώτη περίπτωση) ή θα παραγκωνιστεί (στη δεύτερη).
7. Εμπιστευτείτε τη διαίσθηση σας: η πιο ενδιαφέρουσα δουλεία είναι εκείνη που σας επιτρέπει να είστε δημιουργικός. Ο Αϊνστάιν έλεγε : «Δεν έφτασα στην κατανόηση του Σύμπαντος μόνο με τα Μαθηματικά». Ο Ντεκάρτ, ο πατέρας της λογικής, επεξεργάστηκε τη μέθοδο του με βάση ένα όνειρο που είδε.
8. Μη φοβάστε να αλλάξετε ιδέες: αν σας ενοχλεί που παραμερίσατε μια απόφαση σας, ξανασκεφθείτε την επιλογή σας. Μην αντιστέκεστε σε κάτι που σας ευχαριστεί.
9. Μάθετε να ξεκουράζεστε: μια ημέρα την εβδομάδα, χωρίς να σκέφτεστε τη δουλεία σας και τελικά το υποσυνείδητό σας θα βοηθήσει. Πολλά προβλήματα λύνονται χωρίς τη βοήθεια της λογικής.
10. Αφήστε τα πράγματα να δείχνουν τον πιο χαρούμενο δρόμο: αν παλέψετε υπερβολικά για κάτι χωρίς αποτέλεσμα, να γίνεστε πιο ευέλικτοι και να παραδοθείτε στους δρόμους που σας δείχνει η ζωή. Αυτό δεν θα πει ότι εγκαταλείπετε τη μάχη, ότι τεμπελιάζετε ή ότι παραδίνετε τα πράγματα σε ξένα χέρια, απλώς καταλάβατε ότι η δουλειά με αγάπη χαρίζει δυνάμεις και πότε απελπισία.
11. Διαβάστε τα σημάδια: είναι μια προσωπική γλώσσα δεμένη με τη διαίσθηση, που ακούγεται την κατάλληλη στιγμή. Ακόμη και αν τα σημάδια δείχνουν κατεύθυνση αντίθετη από εκείνη που σχεδιάσατε, ακολουθήστε τα . Πότε πότε θα κάνετε λάθος, είναι όμως ο μόνος τρόπος να μάθετε αυτήν την καινούργια γλώσσα.
12. Τελικά ρισκάρετε ! Οι άνθρωποι που άλλαξαν τον κόσμο, ξεκίνησαν τον δρόμο τους με μια πράξη πίστης. Πίστεψε στη δύναμη των ονείρων σας.Ο Πολεμιστής του Φωτός ...
Κάθε πολεμιστής του Φωτός πήρε ένα δρόμο που δεν ήταν δικός του...
Κάθε πολεμιστής του Φωτός πλήγωσε κάποιον που αγαπούσε.
Γι' αυτό είναι πολεμιστής του Φωτός: επειδή πέρασε αυτές τις εμπειρίες και δεν έχασε την ελπίδα ότι θα γίνει καλύτερος.
ΕΝΑΣ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ μελετάει με μεγάλη προσοχή τη θέση που έχει σκοπό να κατακτήσει.
'Οσο δύσκολος κι αν είναι ο στόχος του, υπάρχει πάντα ένας τρόπος να ξεπεράσει τα εμπόδια. Επαληθεύει τις εναλλακτικές πορείες, ακονίζει το σπαθί του και προσπαθεί να γεμίσει την καρδιά του με την αναγκαία επιμονή για την αντιμετώπιση της πρόκλησης.
Ωστόσο, όσο προχωρά σιγά σιγά, ο πολεμιστής συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν δυσκολίες που δεν είχε λάβει υπόψη του.
Αν σταματήσει περιμένοντας την ιδανική στιγμή, δε θα ξεφύγει ποτέ από εκείνο το μέρος, είναι απαραίτητη μια ελάχιστη δόση τρέλας για να κάνει το επόμενο βήμα.
Κι έτσι ο πολεμιστής χρησιμοποιεί ένα ψίχουλο τρέλας. Επειδή, στον πόλεμο και στον έρωτα, δεν είναι δυνατό να προβλεφτούν όλα.
Ο πολεμιστής του φωτός πιστεύει. Επειδή πιστεύει στα θαύματα, τα θαύματα αρχίζουν και συμβαίνουν. Επειδή έχει τη βεβαιότητα πως η σκέψη του μπορεί ν' αλλάξει τη ζωή, η ζωή του αρχίζει και αλλάζει. Επειδή είναι βέβαιος ότι θα συναντήσει την αγάπη, η αγάπη εμφανίζεται.
Από καιρό σε καιρό νιώθει απογοήτευση. Μερικές φορές πονάει.
Και τότε ακούει τα σχόλια: <<Πόσο αφελής είναι>>
Ο πολεμιστής όμως γνωρίζει πως αξίζει το τίμημα. Για κάθε ήττα, έχει δύο κατακτήσεις προς όφελος του.
Ο Πολεμιστής του Φωτός ακούει σχόλια όπως :
"Δε θέλω να μιλάω για κάποια πράγματα γιατί οι άνθρωποι είναι φθονεροί".
Όταν το ακούει αυτό, ο πολεμιστής γελάει. Αν δε γίνει αποδεκτός, ο φθόνος δεν μπορεί να προκαλέσει κανένα κακό. Ο φθόνος αποτελεί μέρος της ζωής και είναι απαραίτητο να μάθουν όλοι να τον αντιμετωπίζουν.
Κι όμως, σπάνια μιλάει για τα σχέδιά του. Και καμιά φορά οι άλλοι πιστεύουν ότι φοβάται το φθόνο.
Ο Πολεμιστής, όμως, γνωρίζει πως κάθε φορά που μιλάει για ένα όνειρο χρησιμοποιεί λίγη απο την ενέργεια αυτού του ονείρου για να εκφραστεί.
Και αν το συζητάει πολύ, διατρέχει τον κίνδυνο να σπαταλήσει όλη την απαραίτητη ενέργεια για να δράσει.
Ένας Πολεμιστής του Φωτός γνωρίζει τη Δύναμη των Λέξεων..."
Ένας πολεμιστής του Φωτός δεν μπορεί πάντα να επιλέξει το πεδίο της μάχης.
Καμιά φορά αιφνιδιάζεται, εμπλέκεται σε μάχες που δεν επιθυμούσε. Αλλά είναι μάταιο να το σκάσει, γιατί αυτοί οι πόλεμοι θα τον ακολουθήσουν.
Τότε, τη στιγμή κατά την οποία η σύγκρουση είναι σχεδόν αναπόφευκτη, ο πολεμιστής μιλάει με τον αντίπαλο του. Χωρίς να δείξει φόβο ή ανανδρία, προσπαθεί ν’ ανακαλύψει το λόγο που ο άλλος θέλει τη μάχη: τι είναι εκείνο που τον ώθησε ν’ αφήσει τη χώρα του και να αναζητήσει εκείνον για μία μονομαχία. Χωρίς να βγάλει το σπαθί από το θηκάρι του, ο πολεμιστής τον πείθει ότι αυτή η μάχη δεν τον αφορά.
Ένας πολεμιστής του Φωτός ακούει αυτό που έχει να του πει ο αντίπαλος. Και πολεμάει μόνο όταν είναι απαραίτητο.
Πάντα υπάρχει κάτι που λείπει. Και ο πολεμιστής εκμεταλλεύεται τις στιγμές που ο χρόνος σταματάει, για να οπλιστεί καλύτερα.
Ο πολεμιστής του Φωτός δεν γνωρίζει τι σημαίνει σκοτάδι…ή το ονομάζει «φωτεινό παρελθόν»…
Τρίτη 30 Ιουνίου 2009
Ρολάν Μπαρτ - Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου
Σ' αγαπώ
Σ' αγαπώ. Το σχήμα δεν αναφέρεται στην ερωτική δήλωση, στην ομολογία, άλλα στην επαναλαμβανόμενη προφορά της ερωτικής κραυγής.
Σαν περάσει ή πρώτη ομολογία, "σ' αγαπώ" δε θα πει πια τίποτε. Είναι, απλώς, μια επανάληψη του παλαιού μηνύματος (που ίσως μάλιστα να μη διοχετεύτηκε μέσα από τις λέξεις αυτές), πού γίνεται μ' έναν τρόπο αινιγματικό γιατί φαντάζει τόσο κενός! Επαναλαμβάνω το μήνυμα ασχέτως καταλληλότητας των συνθηκών. Έτσι, το μήνυμα βγαίνει από την κοίτη της γλώσσας, εκτροχιάζεται, και τραβάει πού; Δε θα μπορούσα να αναλύσω την έκφραση αυτή και να μη γελάσω. Πώς! Έχουμε, λοιπόν, από τη μια μεριά το "εγώ", από την άλλη το "εσύ", και στη μέση ένα λογικό (εφόσον λεκτικό) δεσμό αγάπης; Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι μια τέτοια ανάλυση, πού συμφωνεί ωστόσο με τη γλωσσολογική θεωρία, θα παραμόρφωνε αυτό πού εκστομίζεται με μια και μόνη κίνηση; Το αγαπώ δεν απαρέμφατο (κι αν σχηματίζει τούτο οφείλεται μόνο μεταγλωσσικό τέχνημα): υποκείμενο και αντικείμενο συναρμόζονται μέσα στη λέξη τη στιγμή πού την προφέρουμε. Το σ' αγαπώ πρέπει να εννοηθεί (και εδώ: διαβαστεί) σαν να ήταν, π.χ., η ουγγαρέζικη έκφραση πού δηλώνει μονολεκτικά: szeretlek. Στην περίπτωση αυτή ή γαλλική γλώσσα, αποποιούμενη την ωραία της αρετή πού λέγεται αναλυτικότητα, θα γινόταν μια γλώσσα συγκολλητική (γιατί περί συγκολλήσεως, ακριβώς, πρόκειται). Το συγκρότημα αυτό καταρρέει με την παραμικρή συντακτική αλλοίωση. Κείται, σαν να λέμε, εκτός συντακτικού και δεν προσφέρεται σε κανένα δομικό μετασχηματισμό. Δεν ισοδυναμεί διόλου με τα υποκατάστατα του, πού ο συνδυασμός τους, ωστόσο, θα μπορούσε να παραγάγει το ίδιο νόημα. Είναι δυνατόν, μέρες ολόκληρες, να λέω σ' αγαπώ, χωρίς ποτέ ίσως να μπορώ να περάσω στο "τον αγαπώ": αρνούμαι να υποτάξω τον άλλον σε μια σύνταξη, σε μια κατηγορηματική διατύπωση, σε μια γλώσσα (μόνη προϋπόθεση του σ' αγαπώ είναι η απεύθυνσή του, ή επαύξησή του μ' ένα κύριο όνομα: Αριάδνη, σ' αγαπώ, λέει ο Διόνυσος).
2. Το σ' αγαπώ δεν έχει χρήσεις. Ή λέξη αυτή, όπως και οι λέξεις πού προφέρει το παιδί, δεν υπόκειται σε κανένα κοινωνικό καταναγκασμό. Μπορεί να είναι μια λέξη θεσπέσια, επίσημη, ανάλαφρη· μπορεί όμως να είναι και μια λέξη ερωτική, πορνογραφική. Από κοινωνική άποψη πρόκειται για μια λέξη-μπαλαντέρ.
Το σ' αγαπώ δεν έχει αποχρώσεις. Καταργεί τις εξηγήσεις, τις διευθετήσεις, τις βαθμίδες, τις λεπτολογίες. Κατά κάποιον τρόπο - άμετρο παράδοξο της γλώσσας -λέγοντας σ' αγαπώ είναι σαν να παραδέχομαι ότι δεν υπάρχει κανένα θέατρο της ομιλίας, και ότι η λέξη αυτή είναι πάντα αληθής (δεν έχει άλλο αναφερόμενο από την προφορά της: είναι ένας τελεστικός γλωσσότυπος).
Το σ' αγαπώ δεν έχει πέραν. Είναι ή λέξη της δυάδας (μητρικής, ερωτικής)· μέσα της, καμιά απόσταση, καμιά παραμόρφωση δεν έρχεται να χαράξει το σημείο- δεν είναι μεταφορά κανενός πράγματος.
Το σ' αγαπώ δεν είναι φράση: δε μεταβιβάζει ένα νόημα, αλλά αγκιστρώνεται σε μια οριακή κατάσταση: "αυτήν όπου το υποκείμενο αιωρείται σε μια σχέση αντικατοπτρισμού με τον άλλο". Είναι μια ολόφραση.
(Μόλο πού λέγεται δισεκατομμύρια φορές, το σ' αγαπώ κείται εκτός λεξικού· είναι ένα σχήμα λύγου πού ο ορισμός του δεν μπορεί να υπερβεί την απλή τιτλοφόρηση.)
Η λέξη (ή φράση-λέξη) έχει νόημα μονό τη στιγμή πού την ξεστομίζω. Δεν υπάρχει μέσα της άλλη πληροφορία πέρα απ' αυτά πού δηλώνει άμεσα: καμιά διαφύλαξη, καμιά αποθήκευση νοήματος. Τα πάντα περιέχονται στην εκστόμιση: πρόκειται για ένα "φραστικά τύπο", πού όμως δεν αντιστοιχεί σε κανένα τυπικό' οι συνθήκες υπό τις όποιες λέω σ' αγαπώ δεν μπορούν να ταξινομηθούν: το σ' αγαπώ είναι απερίσταλτο και απρόβλεπτο.
Σε ποια γλωσσική τάξη ανήκει, λοιπόν, αυτή ή αλλόκοτη οντότητα, αυτό το γλωσσικό τέχνημα, το υπερβολικά φρασεοποιημένο για να σχετίζεται με την ενόρμηση, το υπερβολικά κραυγαλέο για να σχετίζεται με τη φράσης Δεν πρόκειται ούτε για εκατό τοις εκατό εκφερόμενο (μέσα του δεν υπάρχει κανένα μήνυμα απολιθωμένα αποθηκευμένο, μουμιοποιημένο, έτοιμο να υποστεί ανατομία), ούτε για εκφορά (τα υποκείμενο δεν υποκύπτει στον εκβιασμό του παιχνιδιού της συνομιλίας). σχήμα αυτό θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε προφορά. Στην προφορά δεν υπάρχει επιστημονική διάσταση: το σ' αγαπώ δεν εξαρτάται ούτε από τη γλωσσολογία ούτε από τη σημειολογία. Διέπουσα αρχή του (δάση για να το εκφράσουμε) θα ήταν μάλλον ή Μουσική. "Όπως ακριβώς στο τραγούδι, έτσι και στην προφορά του σ' αγαπώ, ο πόθος ούτε απωθείται (όπως στο εκφερόμενο) ούτε αναγνωρίζεται (εκεί πού δεν το περιμένεις, όπως στην εκφορά), αλλά απλώς γίνεται αντικείμενο ηδονής. Ή ηδονή δε λέγεται, όμως ή ίδια μιλά και λέει: σ' αγαπώ.
4. Για τα σ' αγαπώ υπάρχουν πολλές απαντήσεις κοσμικού χαρακτήρα: "εγώ όχι", "δε σε πιστεύω", "γιατί μου το λες;", κτλ. Όμως ή πραγματική απόρριψη περιέχεται στην απόκριση: "δεν υπάρχει απάντηση". Καταργούμαι ανέκκλητα όταν απορρίπτομαι όχι μόνον ως αιτών αλλά και ως ομιλούν υποκείμενο (υπό την τελευταία ιδιότητα εξουσιάζω τουλάχιστον τους φραστικούς τύπους). Μου αρνούνται όχι την αίτηση μου, αλλά τη γλώσσα μου, τον έσχατο μυχό της ύπαρξής μου. Ως προς την αίτηση, μπορώ να περιμένω, να την επαναφέρω, να τη διατυπώσω εκ νέου. Άλλα όταν μου αποστερούν την εξουσία να ρωτώ, είμαι σαν πεθαμένος για πάντα. "Δεν υπάρχει απάντηση", διαμηνύει ή Μητέρα, μέσω της Φρανσουάζ, στο νεαρό προυστικό αφηγητή, ο όποιος ταυτίζει τότε τον εαυτό του με τη "δύστυχη κύρη" που την ξεφορτώνεται ο θυρωρός του εραστή της: η Μητέρα δεν είναι απαγορευμένη, είναι περίφρακτη, κι εγώ τρελαίνομαι.
5. Σ' αγαπώ. - Κι εγώ.
Το κι εγώ δεν είναι εντελής απάντηση, γιατί το εντελές δεν μπορεί παρά να είναι τυπικό, κι εδώ ο τύπος είναι λειψός, με την έννοια ότι δεν επαναλαμβάνει κατά γράμμα την προφορά - και είναι ίδιον της προφοράς να υπάρχει κατά γράμμα. 'Ωστόσο, ως φαντασίωση έστω, ή απάντηση αύτη αρκεί για να μπει σε κίνηση ένας ολόκληρος λόγος της αγαλλίασης: αγαλλίασης πολύ πιο έντονης αφού προκύπτει από μια μεταστροφή: ο Σαιντ-Πρε ανακαλύπτει ξαφνικά, ύστερα από κάποιες αφ' υψηλού αρνήσεις, ότι ή Ζυλί τον αγαπά. Είναι ή τρελή αλήθεια, πού δεν προκύπτει από συλλογισμό, αργή προετοιμασία, αλλά από έκπληξη, έγερση (σατόρι), μεταβολή. Το προυστικό παιδί - ζητώντας να 'ρθει ή μητέρα του να κοιμηθεί στο δωμάτιο του - θέλει ν' αποκτήσει αυτό το κι εγώ: το θέλει τρελά, με τον τρόπο ενός τρελού. Και το κερδίζει τελικά ένεκα μεταστροφής, συγκεκριμένα χάρη στην παράξενη απόφαση του Πατέρα, πού του παραχωρεί τη Μητέρα ("Πες, λοιπόν, στη Φρανσουάζ να σου ετοιμάσει το μεγάλο κρεβάτι και κοιμήσου απόψε μαζί του").
6. "Έχω τη φαντασίωση αυτού πού εμπειρικά είναι ανέφικτο: οι δύο προφορές μας ξεστομίζονται ταυτόχρονα: ή μια δεν έπεται της άλλης, για να πεις ότι εξαρτάται απ' αυτήν. Ή προφορά δε θα μπορούσε να είναι διπλή (υποδιπλασιασμένη): το μόνο πού της αρμόζει είναι η ενιαία αστραπή, όπου σμίγουν δύο δυνάμεις (αν παρέμεναν χωριστές, αφιστάμενες, δε θα ξεπερνούσαν το όριο μιας συνηθισμένης συμφωνίας). Γιατί ή ενιαία αστραπή, επιτυγχάνει αυτό το ανήκουστο: καταργεί κάθε έννοια λογιστικής. Ή ανταλλαγή, το δώρο, ή κλοπή (οι μόνες γνωστές μορφές της οικονομίας) προϋποθέτουν, καθεμιά με τον τρόπο της, ετερογενή αντικείμενα και μια χρονική απόσταση: ανταλλάσσω τον πόθο μου με κάποιο άλλο πράγμα - προς τούτο απαιτείται πάντα ο χρόνος της μεταβίβασης. Με την ταυτόχρονη προφορά θεμελιώνεται μια κίνηση πού το πρότυπο της είναι κοινωνικά άγνωστο, αδιανόητο: ούτε ανταλλαγή, ούτε δώρο, ούτε κλοπή, η προφορά μας, πού εκδηλώνεται με τη μορφή διασταυρούμενων πυρών, ορίζει μια δαπάνη πού δεν επιρρίπτεται πουθενά και πού ο συμμερισμός της αναιρεί οποιαδήποτε σκέψη περί σχηματισμού αποθεμάτων: ο ένας, μέσω του άλλου, εισδύουμε στην περιοχή του απόλυτου υλισμού.
7. Το κι εγώ εγκαινιάζει μια μετάλλαξη: οι παλαιοί κανόνες καταρρέουν, τα πάντα είναι δυνατά - ακόμη κι αυτό: να αρνηθώ να σε κατέχω.
Κοντολογίς, πρόκειται για μια επανάσταση - πού δεν απέχει, ίσως, από την πολιτική επανάσταση: γιατί, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, ή φαντασίωση μου έχει να κάνει με το απόλυτο Νέο: ο (ερωτικός) ρεφορμισμός δε με διεγείρει. και ή αποθέωση του παράδοξου είναι πώς αυτό το αμιγές Νέο βρίσκεται στην άκρη του πιο φθαρμένου στερεότυπου (μόλις χτες το βράδυ το άκουγα να προφέρεται και πάλι σ' ένα θεατρικό έργο της Σαγκάν: μια βραδιά στις δυο, ακούς στην τηλεόραση να λένε: σ' αγαπώ).
8. - Κι αν το σ' αγαπώ δεν το ερμήνευα; "Αν δεν έβλεπα την προφορά ως σύμπτωμα;
- Κακό δικό σας: δεν τονίσατε εκατό φορές το αφόρητο της ερωτικής δυστυχίας, την ανάγκη να ξεφύγεις απ' αυτήν; "Αν γυρεύετε τη "γιατρειά", πρέπει να πιστεύετε στα συμπτώματα και ως ένα απ' αυτά να θεωρήσετε και το σ' αγαπώ. Πρέπει να ερμηνεύετε, πάει να πει, στο τέλος-τέλος, να υποτιμάτε.
- Τι να σκεφτούμε, τελικά, για το βάσανο; Πώς να το συλλογιστούμε, να το αξιολογήσουμε; Το βάσανο ανήκει αναγκαστικά στην περιοχή του κακού; Το ερωτικό βάσανο δεν επιδέχεται, άραγε, παρά μόνο μια αντενεργό υποτιμητική (πρέπει να υποταχθώ στην απαγόρευση) αντιμετώπιση; Μπορούμε, αντιστρέφοντας την αξιολόγηση, να φανταστούμε μια τραγική αντίληψη του ερωτικού βασάνου, μια τραγική κατάφαση του σ' αγαπώ; Κι αν τοποθετούσαμε (επανατοποθετούσαμε) την (ερωτική) αγάπη στον αστερισμό του Δραστικού;
9. Έτσι, προκύπτει μια νέα άποψη για το σ' αγαπώ. Το σ' αγαπώ δεν είναι σύμπτωμα, είναι δράση. Προφέρω για να απαντήσεις - και η υπερακριβής μορφή (το γράμμα) της απάντησης θα αποκτήσει μια πρακτική αξία, σαν να πρόκειται για ένα φραστικό τύπο. Δεν αρκεί, λοιπόν, να μου αποκριθεί ο άλλος με ένα απλό, έστω και θετικό ("κι εγώ") σημαινόμενο: το εγκαλούμενο υποκείμενο πρέπει να δεχτεί να διατυπώσει, να προφέρει το σ' αγαπώ πού του απευθύνω: Σ' αγαπώ, λέει ο Πελλέας. - Κι εγώ σ' αγαπώ, λέει η Μελισσάνθη. Ή επιτακτική παράκληση του Πελλέα (μπορούμε να υποθέσουμε ότι ή απάντηση της Μελισσάνθης υπήρξε ακριβώς αυτή πού περίμενε, πράγμα πιθανό γιατί αμέσως μετά πεθαίνει) εκκινεί από την ανάγκη πού νιώθει το ερωτευμένο υποκείμενο, όχι μόνο να το αγαπούν ανταποδοτικά, να το γνωρίζει, να είναι βέβαιο γι' αυτό, κτλ. (όλες αυτές οι λειτουργίες δεν υπερβαίνουν το επίπεδο του σημαινόμενου), αλλά και ν' ακούει να τον το λένε μ' έναν τρόπο εξίσου καταφατικό, πλήρη και αρθρωμένο με το δικό του: αυτό πού θέλω είναι να δεχτώ στα ίσια, ολοκληρωτικά, κατά γράμμα, χωρίς διαφυγές, το φραστικό τύπο, το αρχέτυπο του ερωτόλογου: δεν υπάρχει συντακτική διαφυγή, ούτε παραλλαγή - οι δύο λέξεις συνεκφέρονται, συμπίπτοντας σημαίνον προς σημαίνον (το κι εγώ θα ήταν ή τέλεια αντίθεση της ολόφρασης). Αυτό πού έχει σημασία είναι ή φυσική, σωματική, χειλική προφορά της λέξης: άνοιξε τα χείλη σου κι άσ' την να βγει (γίνου αισχρός). Αυτό πού τρελά επιζητώ είναι ν' αποκτήσω τη λέξη - τη μαγική, τη μυθική; Το Τέρας - μαγεμένο, πλην δέσμιο της ασχήμιας του -αγαπά την 'Ωραία. Ή Ωραία, προφανώς, δεν αγαπά το Τέρας, αλλά, τελικά, νικημένη (δεν έχει σημασία από τι· ς πούμε: από τις συνομιλίες πού έχει με το Τέρας), του απευθύνει τη μαγική λέξη: "Σας αγαπώ, Τέρας". Αμέσως, μέσα από την εξαίσια σχισμή ενός αρπισμού, εμφανίζεται ένα νέο υποκείμενο. Ή ιστορία αυτή, θα πείτε, είναι αρχαϊκή... Ορίστε, λοιπόν, μια άλλη: κάποιος υποφέρει επειδή τον παράτησε ή γυναίκα του. θέλει να τη δει να γυρίζει, θέλει - συγκεκριμένα -, να του πει σ' αγαπώ, τρέχει κυνηγώντας τη λέξη. Τελικά, εκείνη του το λέει κι αυτός πεθαίνει. Πρόκειται για μια κινηματογραφική ταινία του 1975. Και να πάλι ο μύθος: ο Ιπτάμενος Ολλανδός περιπλανιέται, αναζητώντας τη λέξη· αν την αποκτήσει (μέσω όρκου πίστεως), θα πάψει να τριγυρνά (αυτό πού ενδιαφέρει το μύθο δεν είναι η εμπειρία της πίστης, είναι η προφορά, το άσμα της).
10. Μοναδικό συναπάντημα (στο επίπεδο της γερμανικής γλώσσας): μέσα σε μια και την αυτή λέξη (Bejahung) δύο καταφάσεις: η μία, πού την επισημαίνει ή ψυχανάλυση, γίνεται αντικείμενο μείωσης (η πρώτη κατάφαση του παιδιού πρέπει να γίνει αντικείμενο άρνησης για να υπάρξει προσπέλαση του υποσυνειδήτου)· η άλλη, που τη διατύπωσε ο Νίτσε, είναι τρόπος της βούλησης για δύναμη (τίποτε το ψυχολογικό, κι ακόμα λιγότερο, το κοινωνικό), παραγωγή της διαφοράς· το ναι αυτής της κατάφασης αποβαίνει αθώο (προσαρτά το αντενεργό στοιχείο): είναι το αμήν.
Το σ' αγαπώ είναι ενεργητικό. Επιβεβαιώνεται ως δύναμη έναντι άλλων δυνάμεων. Ποιών δυνάμεων; Χίλιες δυο δυνάμεις υπάρχουν στον κόσμο πού είναι, όλες τους, δυνάμεις μειωτικές (ή επιστήμη, ή κοινή γνώμη [δόξα], ή πραγματικότητα, ή λογική, κλπ.). Ή ακόμη: έναντι του γλωσσικού οργάνου. Το αμήν κείται στο όριο του γλωσσικού οργάνου, δε μετέχει στο σύστημα του και του αφαιρεί τον "αντενεργό μανδύα" του. "Όμοια και ή ερωτική προφορά (σ' αγαπώ) στέκεται στο όριο της σύνταξης, προσδέχεται την ταυτολογία (σ' αγαπώ θα πει σ' αγαπώ), αποκλείει τη δουλικότητα της Φράσης (είναι απλά και μόνο μια ολόφραση). Ως προφορά, το σ' αγαπώ δεν είναι σημείο, αλλά λειτουργεί εναντίον των σημείων. Αυτός πού δε λέει σ' αγαπώ (πού μέσα από τα χείλη του το σ' αγαπώ δε θέλει να περάσει), είναι καταδικασμένος να εκπέμπει τα πολλαπλά, αβέβαια, αμφίβολα, φειδωλά σημεία του έρωτα, τους δείκτες του, τις "αποδείξεις" του: χειρονομίες, βλέμματα, αναστεναγμοί, υπαινιγμοί, ελλειπτικά σχήματα: πρέπει να παραδώσει τον εαυτό του στην ερμηνεία. Το υποκείμενο αυτό εξουσιάζεται από την αντενεργό διέπουσα αρχή των ερωτικών σημείων, είναι αλλοτριωμένο μέσα στο δουλικό κόσμο της γλώσσας με την έννοια ότι δεν τα λέει όλα (δούλος είναι αυτός που 'χει κομμένη γλώσσα και δεν μπορεί να μιλά παρά μόνο με νεύματα, εκφράσεις, μορφασμούς). Τα "σημεία" του έρωτα εκτρέφουν μια τεράστια αντενεργό φιλολογία: ο έρωτας αναπαριστάνεται, ανάγεται σε μιαν αισθητική των επιφάσεων (σε τελική ανάλυση, ο Απόλλων είναι αυτός πού συγγράφει τα ερωτικά μυθιστορήματα). Ως αντισημείο, το σ' αγαπώ ανήκει στην περιοχή του Διονύσου: το βάσανο δε γίνεται αντικείμενο άρνησης (το ίδιο ισχύει και για το παράπονο, την αηδία, τη μνησικακία), αλλά απλώς, δια της προφοράς, δεν εσωτερικεύεται: λέω σ' αγαπώ (και το επαναλαμβάνω), σημαίνει εξοβελίζω το αντενεργό στοιχείο, το παραπέμπω στον κουφό και θρηνώδη κόσμο των σημείων - των λεκτικών περιστροφών (κόσμο πού δεν παύω, ωστόσο, ποτέ να διασχίζω).
Ως προφορά, το σ' αγαπώ ανήκει στην περιοχή της δαπάνης. Όσοι αποζητούν την προφορά της λέξης (λυρικοί, ψεύτες, πλανήτες), είναι υποκείμενα της Δαπάνης: δαπανούν τη λέξη, σάμπως να ήταν ιταμό (ποταπό) πράγμα ή επανάκτηση της σε οποιοδήποτε χώρο. Βρίσκονται στο ακραίο όριο της γλώσσας, εκεί όπου ή ίδια ή γλώσσα (και ποιος άλλος θα το 'κάνε στη θέση της;) αναγνωρίζει πως είναι ανέγγυος, πώς δουλεύει χωρίς προστατευτικό δίχτυ.
Η ερωτική χαύνωση
Χαύνωση. Λεπτή κατάσταση του ερωτικού πόθου. Βιώνεται όταν έχουμε κενό πόθου, και είναι άσχετη με οποιαδήποτε επιθυμία κατοχής.
1. Ο Σάτυρος λέει: θέλω ο πόθος μου να ικανοποιηθεί αμέσως. Όταν βλέπω ένα πρόσωπο παραδομένο στον ύπνο, ένα στόμα μισάνοιχτο, ένα χέρι να κρέμεται, θα ήθελα να 'χω τη δύναμη να τον χιμήξω. ο Σάτυρος -σχήμα του
Άμεσου - είναι ακριβώς το αντίθετο του Χαυνωμένου. Στη χαύνωση απλώς περιμένω: "Δεν είχε σταματημό ο πόθος μου για σένα". (Ό πόθος βρίσκεται παντού. Άλλα, μέσα στην ερωτική κατάσταση, αποβαίνει κάτι το πολύ ειδικό: χαύνωση)
2. "κι εσύ πες μου λοιπόν έτερον μου θα μου αποκριθείς επιτέλους πλήττω εξαιτίας σου σε θέλω ονειρεύομαι εσένα για σένα εναντίον σου απάντησε μου το όνομα σου άρωμα διάχυτο το χρώμα σου λάμπει ανάμεσα στ' αγκάθια κάνε την καρδιά μου να συνέρθει με οίνο δροσερό φτιάξε μου μια πρωινή καλύπτρα πνίγομαι κάτω απ' αυτή τη μάσκα επιδερμίδα στεγνή ισοπεδωμένη τίποτε δεν υπάρχει εκτός από τον πόθο."
3. "...γιατί μόλις σε δω για μια στιγμή, δεν μπορώ πια να αρθρώσω λέξη: αλλά ή γλώσσα μου γίνεται κομμάτια και, κάτω από το δέρμα μου, γλιστράει απότομα μια λεπτή φωτιά: τα μάτια μου χάνουν το βλέμμα τους, τ' αυτιά μου βουίζουν, ο ιδρώτας αυλακώνει το κορμί μου, ένα ρίγος με κυριεύει σύγκορμη· γίνομαι πιο χλωμή κι από τη χλόη και, λίγο ακόμη, θα 'λεγα ότι πεθαίνω ."
4. "Ή ψυχή μου, όταν αγκάλιαζα τον Αγάθωνα, ανέβαινε στα χείλη μου, σάμπως ή δύστυχη να έμελλε να κάνει πανιά γι' άλλου". Στην ερωτική χαύνωση κάτι φεύγει, ατέρμονα, σάμπως ο πόθος να μην ήταν παρά μια αιμορραγία. Ιδού ή ερωτική κόπωση: μια πείνα ακόρεστη, ένας χαίνων έρωτας. Ή ακόμη: όλο μου το εγώ σύρεται, μεταβιβάζεται στο αγαπημένο αντικείμενο, πού παίρνει έτσι τη θέση του εγώ. Ή χαύνωση πρέπει να είναι αυτή ή εξουθενωτική μετάβαση από τη ναρκισσική στην άντικειμενοπαγή λίμπιντο. (Πόθος του απόντος, πόθος του παρόντος: ή χαύνωση προβάλλει σε διπλοτυπία τους δύο πόθους, φέρει την απουσία εντός της παρουσίας. Εξ ου μια αντιφατική κατάσταση: το "γλυκό κάψιμο".)
ΣΥΜΠΟΣΙΟ: Δίστιχο του Πλάτωνος στον Αγάθωνα, 21-22.
ΒΕΡΘΕΡΟΣ: "Του δύστυχου ή ζωή σβήνει λίγο-λίγο μέσα σε μια παθολογική χαύνωση πού τίποτε δεν μπορεί να την ανακόψει" (48). ΡΟΥΣΜΠΡΟΚ: "Όταν το ον διεγείρεται, προσφέροντας ό,τι μπορεί αλλά μην κατακτώντας αυτό πού θέλει, παράγεται ή πνευματική χαύνωση" (1β).
Φρόιντ: "Το μεγαλύτερο μέρος της λίμπιντο μεταβιβάζεται στο αντικείμενο το οποίο παίρνει έτσι, σ' ένα ποσοστό, τη θέση του εγώ. Τούτο συμβαίνει μόνο όταν έχουμε πληρότητα ερωτικών διαθέσεων" (Επίτομο εγχειρίδιο ψυχανάλυσης,
Η ερωτική επιστολή
ΕΠΙΣΤΟΛΗ. Το σχήμα αναφέρεται στην ιδιαίτερη διαλεκτική της ερωτικής επιστολής. Ή ερωτική επιστολή είναι κενή (κωδικοποιημένη) και ταυτόχρονα εκφραστική (φορτισμένη με την επιθυμία να σημάνει τον πόθο).
1. Όταν ο Βέρθερος (πού υπηρετεί "παρά τω Πρέσβει") γράφει στην Καρλότα, ή επιστολή του ακολουθεί το έξης πλάνο: 1. Τι χαρά να σε σκέφτομαι! 2. Βρίσκομαι εδώ σ' έναν κύκλο κοσμικό και, δίχως εσένα, νιώθω πολύ μόνος. 3. Συνάντησα κάποιαν (π.χ., τη δεσποινίδα Β...) πού σου μοιάζει, και με την όποια μπορώ να κουβεντιάζω για σένα. 4. Εκφράζω την ευχή να ξανανταμώσουμε. - Μια και μόνη πληροφορία παραλλάσσεται σαν θέμα μουσικό: σε σκέφτομαι.
Τι θα πει "σκέφτομαι κάποιον"; θα πει: τον λησμονώ (χωρίς λήθη είναι ανέφικτη ή ζωή) και αφυπνίζομαι συχνά από τούτη τη λησμονιά. Πολλά πράγματα, με τρόπο συνειρμικό, σε επαναφέρουν στο λόγο μου. "Σε σκέφτομαι" δε σημαίνει τίποτ' άλλο έξω απ' αύτη τη μετωνυμία. Γιατί, καθαυτή, τούτη ή σκέψη είναι κενή: δε σε σκέφτομαι· απλώς, φροντίζω να σε κάνω να επιστρέψεις (σε βαθμό ευθέως ανάλογο μάλιστα με το πόσο σε λησμονώ). Αύτη τη μορφή (αυτό το ρυθμό) ονομάζω "σκέψη": δεν έχω να σον πω τίποτε μόνο πού αυτό το τίποτε σε σένα είναι πού το λέω:
"Γιατί, ξανά, καταφεύγω στη γραφή; Αγαπημένη, μη με ρωτάς τόσο αδυσώπητα Γιατί ειν' αλήθεια πώς τίποτε δεν έχω να σου πω. Άλλα, τ' αγαπημένα χέρια σου, όπως και να 'ναι, θα δεχτούν το σημείωμα αυτό".
("Να σκεφτώ τον Ύμπέρ" γράφει, κωμικά, στο σημειωματάριο του ο αφηγητής των 'Ελών, πού είναι το βιβλίο του Τίποτε.)
"Καταλάβετε", γράφει ή μαρκησία ντε Μερτέιγ, "πώς όταν γράφετε σε κάποιον, το κάνετε γι? αυτόν κι όχι για σας. Έτσι, επιδίωξη σας δεν πρέπει να είναι να του πείτε αυτό πού σκέφτεστε εσείς, αλλά αυτό πού αρέσει περισσότερο σ' εκείνον. Ή μαρκησία δεν είναι ερωτευμένη, γι' αυτό υποστηρίζει την αλληλογραφία, δηλαδή μια τακτικού χαρακτήρα επιχείρηση, προορισμένη να προασπίζει θέσεις, να διασφαλίζει κατακτήσεις. Ή επιχείρηση αυτή οφείλει να αναγνωρίσει τους τόπους (τα υποσύνολα) του αντίπαλου συνόλου - πάει να πει, να κατακερματίσει την εικόνα του άλλου σε διάφορα σημεία πού θα επιχειρήσει να θίξει ή επιστολή (πρόκειται, λοιπόν, για μιαν αντιστοιχία, με τη μαθηματική, σχεδόν, έννοια του όρου). 'Όμως, για τον ερωτευμένο, ή επιστολή δεν έχει τακτική άξια: είναι καθαρά εκφραστική - για την ακρίβεια, κολακευτική (αλλά ή κολακεία
εδώ δεν είναι διόλου ιδιοτελής: είναι άπλα και μόνο ή λαλιά της αφοσίωσης). Εμπλέκομαι με τον άλλον σε μια σχέση όχι σε μιαν αλληλογραφία: ή σχέση διασυνδέει δυο εικόνες. Είσαι παντού, ή εικόνα σου είναι ολική, γράφει, με διάφορους τρόπους, ο Βέρθερος στην Καρλότα.
Ως πόθος, ή ερωτική επιστολή προσμένει την απάντηση. Επιβάλλει έμμεσα στον άλλον να αποκριθεί, διαφορετικά ή εικόνα του αλλοιώνεται, γίνεται άλλη. Αυτό το εξηγεί αυστηρά ο νεαρός Φρόιντ στη μνηστή του: "Δε θέλω, ωστόσο, να παραμένουν μονίμως αναπάντητα τα γράμματα μου. θα σταματήσω αμέσως να σου γράφω αν δε μου απαντήσεις. Συνεχείς μονόλογοι γύρω από ένα πλάσμα αγαπημένο, πού δεν τους διορθώνει ούτε τους τροφοδοτεί το πλάσμα αυτό, οδηγούν σε σφαλερές απόψεις ως προς τις αμοιβαίες σχέσεις. Έτσι, γινόμαστε πια ξένοι ο ένας για τον άλλον όταν ξαναβρισκόμαστε, κι ανακαλύπτουμε πώς τα πράγματα είναι διαφορετικά απ' ό,τι τα φανταζόμασταν μην έχοντας καμιά επιβεβαίωση".
(Αυτός πού θα αποδεχόταν τις "αδικίες" της επικοινωνίας, αυτός πού θα συνέχιζε να μιλά ανάλαφρα, τρυφερά, χωρίς να εισπράττει απάντηση, αυτός θα κατακτούσε μιαν υψηλή βαθμίδα κυριαρχίας: την κυριαρχία πού χαρακτηρίζει τη Μητέρα.)
5 σχόλια:
- VASILIKI είπε...
-
- 22 Μάρτιος 2009 7:06 μμ
- SeaGulL είπε...
-
- 23 Μάρτιος 2009 8:49 πμ
- γοργόνα είπε...
-
ΠηγήΠολύ σωστό σε βρίσκω αγαπητέ μου Seagull στην ανάλυσή σου για τα "θέλω", τα "πρέπει" και τη "λογική" μας...
Πιστεύω ότι, η σωστή αντιμετώπιση και η "λογική" όλων όσων συμβαίνουν στη ζωή μας είναι θέμα αρμονίας, μιας πνευματικής αρμονίας που ρυθμίζει και δίνει λύσεις στα πάντα και που επιτυγχάνεται μόνο με την αποδοχή του Αγίου Πνεύματος που είναι ο τέλειος ρυθμιστής.
Φιλιά...
Η κρατούσα άποψη και, συνεπώς, η προφανώς ορθή, για την ερμηνεία του συγκεκριμένου ευαγγελικού αποσπάσματος, είναι, βεβαίως, αυτή που αναφέρει η e-φίλη Βασιλική, στο ιστολόγιό της "Πνευματική Αρμονία" (δείτε εδώ: http://truthseeker-vasiliki.blogspot.com/2009/03/blog-post_21.html). Την ίδια ερμηνεία έχω δώσει κι εγώ σε κάποια παλιά γραπτά μου, τα οποία θα αναζητήσω και θα αναρτήσω εν καιρώ...
Ενδιαφέρον το θέμα. Θα ήθελα να προσθέσω κι εγώ τις σκέψεις μου. Κάποτε λοιπόν δεν υπερασπιζόμουνα τα θέλω μου. Πίστευα ότι ζω σε μια κοινωνία αγάπης και αν έχω υπομονή όλα θα γίνουν. Ως γνωστόν όμως η ζωή είναι ζούγκλα και άν δεν υπερασπιστείς εσύ τα θέλω σου δεν θα το κάνει κανένας άλλος για εσένα. Απο την άλλη, σε πολλά πράγματα ήμουν ευνοημένη απο τη ζωή χωρίς να προσπαθήσω ιδιαίτερα γι αυτά και αυτό με έκανε να μην τα εκτιμώ ιδιαίτερα.
Το συμπέρασμα το δικό μου λοιπόν είναι ότι είναι πολύ σημαντικό να διεκδικείς τα θέλω σου αλλά να ξέρεις επίσης ότι για να έχεις κάτι πραγματικά καλό πρέπει να κάνεις και τις απαραίτητες θυσίες.
Επίσης ζούμε σε κοινωνίες γιατί μόνοι μας δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά πραγματα. Συνεπώς πρέπει να μάθουμε να συνεργαζόμαστε. Να δίνουμε αλλά και να παίρνουμε.